Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου 2024, 12:34:33 μμ
Κυριακή, 15 Σεπτεμβρίου 2024 15:28

Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας: Eνας κριτικός αναστοχασμός

Ομιλία του κ. Θ. Κυριακίδη την Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου

Η δεκαπενταετία από την Επανάσταση των Νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908 έως την Έξοδο των Ελλήνων το 1922 είναι εξαιρετικά πυκνή σε ιστορικά γεγονότα και μάλιστα γεγονότα τέτοια που διαμόρφωσαν καθοριστικά την ιστορία του νεότερου ελληνισμού. Η στροφή των Οθωμανών στον εθνοτικό εθνικισμό, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και η σταδιακή απώλεια εδαφών για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εθνικός διχασμός στην Ελλάδα, η ανάδυση του Κεμαλικού κινήματος, οι διπλωματικοί διαγκωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων, η κατάληψη της Σμύρνης, η Μικρασιατική Εκστρατεία, η καταστροφή και η συνεπακόλουθη προσφυγιά συνιστούν τον ελληνικό επίλογο στην οριστική διευθέτηση του Ανατολικού Ζητήματος.

Μετά το πέρας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι πολεμικές αναμετρήσεις θα συνεχιστούν στο ανατολικό μέτωπο και συγκεκριμένα στην περιοχή της Μικρασίας. Οι Έλληνες θα λάβουν την εξουσιοδότηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις να καταλάβουν την Σμύρνη, αναλαμβάνοντας εκ μέρους της Αντάντ τον ρόλο του επιτηρητή της τάξης στην περιοχή. Για τους Έλληνες όμως αυτή η εντολή δεν ήταν μια απλή συμμαχική υποχρέωση. Για τους Έλληνες η Σμύρνη και όλη η Μικρασία υπήρξε το λίκνο του Ελληνισμού για περίπου τρεις χιλιετίες. Με μεγάλη συγκίνηση ο Βενιζέλος στην ημερήσια διαταγή που απευθύνει στο στράτευμα που θα αποβιβαστεί στη Σμύρνη γνωστοποιεί την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων, και αναφέρει μεταξύ άλλων: «Σπανίως, καθ’ όλην την ιστορίαν του εθνικού μας στρατού, ανετέθη εις εν εκ των τμημάτων του αποστολή τιμητικωτέρα της ιδικής σας. Γνωρίζω εκ των προτέρων ότι θα ευρεθήτε εις το ύψος της αποστολής σας. Γνωρίζω ότι πάντες οι αξιωματικοί και οι οπλίται αισθάνεσθε δίκαιαν υπερηφάνειαν διά την αποστολή σας ταύτην και θα αναλογίζεσθε τας ευθύνας, τας οποίας έκαστος εξ υμών φέρει απέναντι του έθνους. Αι ευχαί του έθνους ολοκλήρου σας συνοδεύουσι». Το έθνος πράγματι ζούσε μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της νεότερης ιστορίας του, ο υπόδουλος Ελληνισμός έπλεε σε πελάγη ευτυχίας καθώς το μέλλον του στην Ιωνική Γη προοιωνιζόταν τα επόμενα χρόνια ειρηνικό και ενωμένο με την μητέρα Ελλάδα, όπως προέβλεπε το μελλοντικό δημοψήφισμα.

Η παρουσία του ελληνικού στρατού αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων καθώς θα τους προστάτευε από τις ανηλεείς διώξεις που υπόκεινταν όλα τα προηγούμενα χρόνια από τον τουρκικό στρατό και τους άτακτους Τσέτες. Οι πυρπολήσεις χωριών, οι βιασμοί, οι σφαγές, τα περίφημα αμελέ ταμπουρού, τα εξοντωτικά τάγματα εργασίας δηλαδή και εξουθενωτικές πορείες πολλών χιλιομέτρων στο εσωτερικό της Ανατολίας ήταν σε καθημερινή σχεδόν διάταξη από το 1914 και εξής.

Η πληθωρική παρουσία του μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου συμπλήρωνε την συγκινητική ατμόσφαιρα. Το ελληνικό όνειρο είχε αρχίσει να πραγματοποιείται με ταχύτατους ρυθμούς. Από την άλλη μεριά με κυνικό ρεαλισμό ο Αριστείδης Στεργιάδης ήταν αποφασισμένος να δημιουργήσει κλίμα συμφιλίωσης των πληθυσμών καθώς οποιαδήποτε παρεκτροπή θ’ αφαιρούσε αυτομάτως, ή θα έθετε σε κίνδυνο τα δικαιώματα της ελληνικής στρατιωτικής και πολιτικής διοίκησης. Παρά τις προθέσεις του, οι προσβλητικές και ασεβείς συμπεριφορές του στους Έλληνες, ακόμη και στον ίδιο τον μητροπολίτη αλλά και ο τρόπος διαφυγής του την τελευταία στιγμή χωρίς καμία πρόβλεψη για τον άμαχο πληθυσμό, τον έχει καταγράψει με μελανά χρώματα στη συνείδηση των Ελλήνων.

Οι επιτυχίες όμως του ελληνικού στρατού δεν σταματούν εκεί. Τον Ιούλιο του 1920 καταλαμβάνει και την Ανατολική Θράκη. Οράματα και προσδοκίες αιώνων φαίνονται να πραγματοποιούνται. Τίποτε δεν προδιαγράφει το τραγικό τέλος. Εκεί στο απόγειο της ελληνικής επιτυχίας αρχίζουν σιγά σιγά να εμφανίζονται τα πρώτα σκούρα σύννεφα στον εθνικό ουρανό της Μεγάλης Ιδέας. Ο Βενιζέλος χάνει τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, ο ίδιος δεν εξελέγη ούτε βουλευτής, και οι φιλομοναρχικοί επανέρχονται στην εξουσία. Παράλληλα σημειώνονται σημαντικές αλλαγές στο στράτευμα αφού αποδυναμώνεται με την εκδίωξη και αποστράτευση έμπειρων βενιζελικών αξιωματικών. Με πρόφαση αυτές τις πολιτικές εξελίξεις, οι Μεγάλες Δυνάμεις που δεν επιθυμούσαν την επάνοδο του βασιλιά, οδηγούν την Ελλάδα στη διεθνή απομόνωση σε μια πολύ κρίσιμη πολιτική συγκυρία. Ο ελληνικός στρατός βρίσκεται εκτεθειμένος σε μια μεγάλη έκταση στην Μικρά Ασία ενώ από την άλλη μεριά το κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ, όχι μόνο είχε αρχίσει να αποκτά ολοένα και περισσότερους οπαδούς, αλλά είχε αρχίσει να γιγαντώνεται. Η απουσία στρατιωτικής δραστηριότητας στο μικρασιατικό μέτωπο συνέτεινε στην κόπωση και απογοήτευση των Ελλήνων στρατιωτών αλλά έδωσε και την ευκαιρία στο κεμαλικό κίνημα να συγκροτήσει τις δυνάμεις του.

Έτσι, με την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και με την τουρκική αντεπίθεση στα τέλη Αυγούστου του 1922, αρχίζει να γράφεται ο τραγικός επίλογος της Μικρασιατικής Καταστροφής. Μαζί με τον υποχωρούντα ελληνικό στρατό φεύγει πανικόβλητος και ο άμαχος ελληνικός πληθυσμός. Όσα διαδραματίζονται στην προκυμαία της Σμύρνης με την πυρπόληση της θα οδηγήσουν τον αμερικανό πρόξενο George Horton να σημειώσει χαρακτηριστικά ότι: «…Ντρέπομαι που ανήκω στο ανθρώπινο αυτό γένος».

Πράγματι αν μελετήσει κανείς τις μαρτυρίες και τα διπλωματικά έγγραφα για τις θηριωδίες των Τούρκων αυτή την περίοδο δεν θα παραξενευθεί από τη δήλωση του τότε αμερικανού προξένου. Ο σφαγιασμός του μαρτυρικού Αγίου πλέον, Χρυσοστόμου Σμύρνης, αλλά και των υπολοίπων αριχερέων, του Γρηγορίου Κυδωνιών, του Αμβροσίου Μοσχονησίων, του Προκοπίου Ικονίου, του Ευθυμίου επισκόπου Ζήλων καθώς και των χιλιάδων κληρικών και λαϊκών που σφαγιάσθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή μας τρέπει να σκεφθούμε το Παύλειο «τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων» (Εβρ. ιβ’ 1). «Νέφος μαρτύρων της πίστης και της πατρίδος».

Η Συνθήκη της Λωζάνης μαζί με την διευθέτηση των μεταπολεμικών ζητημάτων προέβλεψε και όρισε και την περίφημη Ανταλλαγή των Πληθυσμών. Έτσι, το έτος 1922 αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα χρονικό ορόσημο στην ιστορία του Νέου Ελληνισμού κομβικής σημασίας. Με τον ξεριζωμό τους οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου μετατρέπονται σε πρόσφυγες και η ιστορική τους συνέχεια δεν σχετίζεται πια με τον γεωγραφικό χώρο των προγόνων τους όπου έζησαν για χιλιάδες χρόνια, αλλά στη νέα τους ζωή στην ελλαδική επικράτεια. Το 1922 λοιπόν αδιαμφισβήτητα αποτελεί εκτός από τον οριστικό ενταφιασμό της Μεγάλης Ιδέας και μια κολοσσιαία εθνική καταστροφή. Αποτελεί όμως και μια νέα αρχή για την Ελλάδα. Διότι είναι γεγονός ότι οι πρόσφυγες του 1922 εμπλούτισαν με σημαντικές επιρροές το φάσμα του κοινωνικού, του πολιτικού, του οικονομικού και του ακαδημαϊκού βίου στην Ελλάδα του 20ου αιώνα. Η μαζική έλευση περίπου ενός εκατομμυρίου διακοσίων είκοσι δυο χιλιάδων προσφύγων στην Ελλάδα, μια χώρα που ήταν διαλυμένη οικονομικά και ψυχολογικά και καθημαγμένη κοινωνικά και πολιτικά, δημιούργησε μεν μια τεράστια προσφυγική κρίση σε μια Ελλάδα που ήταν ανέτοιμη να τους υποδεχθεί και να τους αφομοιώσει, αλλά παράλληλα δημιούργησε και ένα έπος. Το έπος της προσφυγικής αποκατάστασης και το έπος της μεγάλης προσφοράς των προσφύγων στη ανάπτυξη της πατρίδας μας.

Για τους σημερινούς Έλληνες, η θύμηση της Μικρασιατικής Καταστροφής, που υπήρξε πράγματι η μεγαλύτερη νεότερη εθνική καταστροφή, θα πρέπει να λειτουργεί ως εφαλτήριο για κριτική σκέψη, να αποτελεί κίνητρο για την ενότητα του Ελληνισμού, καθώς και αφορμή να επανεπιβεβαιώνουμε, παρ’ ότι δεδομένο, την ετοιμότητα και το αξιόμαχο του ελληνικού στρατεύματος. Διότι δυστυχώς έχουμε να κάνουμε με έναν αναθεωρητή γείτονα, όπου κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου συνεχίζει να αμφισβητεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας. Η Τουρκία χρησιμοποιεί μιθριδατική διπλωματική τακτική. Φέρει στο προσκήνιο ένα θέμα εντελώς παράλογο, το διατηρεί στην επικαιρότητα και μετά από χρόνια το ζήτημα καθίσταται ιστορική διαφορά. Αν οι θεωρίες περί γαλάζιων πατρίδων και οι δηλώσεις για σύνορα της καρδιάς μας, φαντάζουν τώρα παρανοϊκές σε λίγα χρόνια μπορεί να μην είναι.

Άλλωστε η καταστροφή των χριστιανικών κοινοτήτων της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν σταμάτησε το 1923. Με νόμους και απαγορεύσεις τρομοκράτησε και συρρίκνωσε τις χριστιανικές κοινότητες που είχαν παραμείνει εκεί με την Ανταλλαγή, ενώ ακολουθήθηκε πιστά συστηματική προσπάθεια τουρκοποίησης σε όλα τα επίπεδα. Με το σύνθημα «vatandaş Türkçe konuş, burası Türkiye!» («πολίτη, μίλα τούρκικα, εδώ είναι Τουρκία!») πίεζαν τους πολίτες να απαρνηθούν την μητρική τους γλώσσα και να μιλούν μόνο την τουρκική, άλλαξαν όλα τα μη τουρκικά τοπωνύμια μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1920, απαγορεύτηκαν συγκεκριμένα επαγγέλματα για τους χριστιανούς με αποτέλεσμα να αναγκαστούν να μεταναστεύσουν, υιοθετήθηκε ο δυσβάσταχτος για τους χριστιανούς Φόρος Περιουσίας (Varlık Vergisi) και που κατέκλεψε τις περιουσίες των χριστιανών. Μετά από αυτά τα μέτρα και αφού ακόμη υπήρχε σημαντικό ελληνικό στοιχείο προχώρησε σε πιο δραστικά μέτρα. Πραγματοποίησε τα προγκρόμ των Σεπτεμβριανών του 1955 με τεράστιες καταστροφές για τον Ελληνισμό, προχώρησε στις απελάσεις των Ελλήνων υπηκόων το 1964 και τη δήμευση των περιουσιών τους και απαγόρευσε την λειτουργία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης από το 1971. Με άλλα λόγια το τουρκικό κράτος προχώρησε σε μια συστηματική και καλά οργανωμένη πολιτική εκφοβισμού, εκρίζωσης και καταστροφής της παρουσίας και της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων που είχαν μείνει στην Τουρκία μετά την Ανταλλαγή των Πληθυσμών.

Μας τα υπενθυμίζει, τέλος, με τον πλέον τραγικό τρόπο η τραγωδία της Κύπρου. 50 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την παράνομη εισβολή και την παράνομη κατοχή στην Κύπρο. Τα σημειώνουμε όλα αυτά όχι με διάθεση ρεβανσισμού και μίσους αλλά ούτε και εκφοβισμού των Ελλήνων πολιτών. Τα σημειώνουμε διότι τέτοιες αφορμές όπως είναι η σημερινή τραγική επέτειος θα πρέπει να αποτελούν ευκαιρία να στεκόμαστε απέναντι στο μέλλον της πατρίδας μας με ρεαλισμό και ετοιμότητα.

Ας είναι αιωνία η μνήμη των θυμάτων της Γενοκτονίας.