Συνολικά 123 πλαστούς πίνακες ζωγραφικής, δήθεν φιλοτεχνημένων από διάσημους Έλληνες καλλιτέχνες, επρόκειτο να πουλήσουν σε διαδικτυακή δημοπρασία τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης που συνελήφθησαν στη Θεσσαλονίκη.
Οι συγκεκριμένοι πίνακες φαίνεται πως περιλαμβάνονταν στον σχετικό κατάλογο της δημοπρασίας που είχε αναρτηθεί στο διαδίκτυο από τη διοργανώτρια εταιρία – υπό τον τίτλο «39η Ελλήνων Τέχνη» – και επρόκειτο να διεξαχθεί σήμερα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διωκτικών Αρχών, το προσδοκώμενο οικονομικό όφελος από την πώληση τους φαίνεται πως κυμαινόταν από 300.000 έως 400.000 ευρώ.
Παραμονές της δημοπράτησης, αστυνομικοί του Τμήματος Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων πραγματοποίησαν έφοδο σε γκαλερί που βρίσκεται επί της οδού Αλεξ. Σβώλου, καθώς και σε παρακείμενους αποθηκευτικούς χώρους, απ’ όπου κατάσχεσαν τα πλαστά έργα τέχνης. Μέχρι στιγμής, συνελήφθησαν τρία άτομα, μεταξύ αυτών ένας 70χρονος, μία 42χρονη (στενό συγγενικό πρόσωπο του πρώτου) κι ένας 62χρονος. Κατά την αστυνομική έφοδο, μάλιστα, δύο εξ αυτών υπέδειξαν τους πίνακες ως δήθεν γνήσιους.
Ο κατάλογος με τα έργα της προγραμματισμένης δημοπρασίας εξετάστηκε από ειδικό, ο οποίος αποφάνθηκε ότι πρόκειται περί καταφανώς πλαστών έργων, κάποια από τα οποία έμοιαζαν με γνωστά έργα Ελλήνων καλλιτεχνών. Ενδεικτικά αναφέρεται πως ο κατάλογος περιελάμβανε έργα των Αλέκου Φασιανού, Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα, Δημήτρη Μυταρά, Κωνσταντίνου Παρθένη και άλλων.
Οι έρευνες των Αρχών συνεχίστηκαν και σήμερα, για δεύτερη μέρα, και εκτός από τους πίνακες που επρόκειτο να δημοπρατηθούν, βρέθηκε πλήθος έργων τέχνης για τα οποία διερευνάται η γνησιότητα και η προέλευσή τους. Εκτός από την γκαλερί, εντοπίστηκαν τρία εργαστήρια κατασκευής πλαστών πινάκων που συνδέονται με τους δύο συλληφθέντες άνδρες.
Όπως έγινε γνωστό, πρωταγωνιστικός ρόλος στη δράση του κυκλώματος αποδίδεται στον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος φαίνεται να εμφανιζόταν ως έγκριτος και φερέγγυος μεσάζων, πείθοντας τους υποψήφιους αγοραστές για την αξία των υποτιθέμενων γνήσιων έργων, ενώ εκμεταλλευόταν την αδυναμία να αντικρούσει ο φερόμενος δημιουργός τους τους ισχυρισμούς του, κυρίως λόγω του θανάτου των περισσοτέρων καλλιτεχνών.