Σάββατο, 19 Απριλίου 2025, 11:02:45 πμ
Τρίτη, 15 Απριλίου 2025 10:56

Ξεχωριστός ο φετινός εορτασμός της εικοστής 25ης Μαρτίου στους Ευζώνους

Γράφει ο Νίκος Σιάνας.

 

Μετά από 16 χρόνια οι λιγοστοί πια κάτοικοι των Ευζώνων ένιωσαν ξανά τον παλμό και την συγκίνηση αυτής της ξεχωριστής ημέρας για τον ελληνισμό και αυτό έγινε χάρη στην παρουσία των 70 μαθητών, των γονέων και των καθηγητών του πρώτου γυμνασίου Γιαννιτσών.

Ήταν μια πολύ όμορφη και αξιέπαινη πρωτοβουλία η οποία έστω και για λίγες ώρες έδωσε στο ακριτικό μας χωριό την ζωντάνια και τον παλμό που είχε λίγα μόλις χρόνια πριν. Τότε που το χωριό έσφυζε από κόσμο, παιδιά και οικονομική δραστηριότητα.

Μαθητές και συνοδοί μετά τον εκκλησιασμό τους στον ιερό ναό κοιμήσεως της Θεοτόκου και την επιμνημόσυνη τελετή στο ηρώο του χωριού όπου κατέθεσαν στεφάνι με αφετηρία τον κλειστό από το 2009 σχολείο, παρήλασαν οι μαθητές χειροκροτούμενη θερμά από τους κατοίκους και όλους τους παρευρισκόμενους.

Τους μαθητές και συνοδούς ευχαρίστησαν με τα θερμότερα λόγια ο καταγόμενος από τους ευζώνους δήμαρχος Παιονίας Κωνσταντίνος Σιωνίδης και ο πρόεδρος της κοινότητας Νικόδημος Τσανικιδης.

Μακάρι τέτοιες πρωτοβουλίες και όχι μόνο να γίνουν παράδειγμα προς μίμηση και από άλλα σχολεία,  το έχουν ανάγκη τα χωριά μας με τους λιγοστούς κατοίκους και τα κλειστά σχολεία.

Με αφορμή το παραπάνω γεγονός, αλλά και το γεγονός που σημάδεψε το χωριό και τους κατοίκους λίγες ημέρες μετά την εισβολή των Γερμανών τον Απρίλιο του 1941, ελάτε να ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία των Ευζώνων.

Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς σχηματίστηκε το χωριό, πάντως το 1800 ήταν τσιφλίκι ενός τούρκου μεγαλοκτηματία ονόματι Ματσούκ ή Μάτσκο κατ’ άλλους από τον οποίο πήρε και το όνομα με την προσθήκη της σλαβικής κατάληξης ¨Ματσίκοβο¨ .

Οι κάτοικοι του προέρχονταν από τα γύρω χωριά της Γευγελής και την Στρώμνιτσα δούλευαν στο τσιφλίκι. Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα στο χωριό υπάρχει ακμαία ελληνική κοινότητα και λειτουργεί ελληνικό σχολείο. Με το βουλγαρικό εκκλησιαστικό σχίσμα και την ίδρυση βουλγαρικής εξαρχικής εκκλησίας το 1870 ξέσπασε κύμα βουλγαρικής προπαγάνδας εθνικιστικού χαρακτήρα. Στην μακεδονική επανάσταση (επανάσταση Ολύμπου) το 1870 Ματσικοβίτες  Έλληνες συμμετείχαν ενεργά.

Το 1884 βούλγαροι κομιτατζήδες κατέλαβαν την εκκλησία, οι Έλληνες επιτέθηκαν αλλά οι βαριά οπλισμένοι κομιτατζήδες αμύνθηκαν και μετά την τέλεση της λειτουργίας αποχώρησαν. Οι έλληνες κάτοικοι φοβούμενοι την αυξανόμενη βουλγαρική απειλή οργάνωσαν ένοπλες επιτροπές άμυνας και εντάχθηκαν στην μακεδονική άμυνα για να αντιμετωπίσουν την προπαγάνδα και την τρομοκρατία των Βουλγάρων, αλλά και τις τουρκικές αυθαιρεσίες, καθώς το χωριό είναι μικτό και διενεργούνται πλήθος αντεκδικήσεων μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων.

Η περίοδος 1896 1908 είναι ένα αιματοβαμμένο χρονικό που περιλαμβάνει εκατοντάδες δολοφονίες, τραυματισμούς, απειλές και πυρπολήσεις ελληνικών σπιτιών. Κατά την κλιμάκωση του μακεδονικού αγώνα (1904-1908) οι κάτοικοι του Ματσίκοβου μάχονται σκληρά κατά του διπλού εχθρού, τούρκων και Βουλγάρων. Μεταξύ των αθώων και άοπλων θυμάτων της κομιτατζίδικης θηριωδίας ήταν και η οικογένεια το μουχτάρη του Ματσί εφκοβου Γ. Ριβάρη.

Μεγάλος όμως και ο αριθμός των μακεδονομάχων από το Ματσίκοβο και μεγάλη η συμβολή τους στον μακεδονικό αγώνα. Ο Γεώργιος Διδασκάλου ήταν πρόεδρος της τοπικής επιτροπής άμυνας, ο Χρήστος Δοιτσίνης γραμματέας δολοφονήθηκε, ο στέφανος Μποζίνης ταμίας, ο Δημήτρης Χατζηγεωργίου τροφοδότης, ο Γιάννης Βεζύρης τροφοδότης μεταφορέας όπλων και οδηγός των καπεταναίων Βολάνη, Χρήστου Λιαλούνη, Λάζου και Δράγκα (Γεωργίου Κακουλίδη) και άλλοι πολλοί.

Οι αναπάντεχες νίκες του Ελληνικού Στρατού κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου (1912) εξέπληξαν οδυνηρά Σέρβους κι Βούλγαρους. Ειδικά οι Βούλγαροι δεν ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες και από τον Μάιο του 1913 ξέσπασαν σοβαρά επεισόδια μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων.

 Στις 16 Ιουνίου 1913 σημειώθηκε γενικευμένη επίθεση Βουλγάρων στη Νιγρίτα, τις Ελευθερές, τη Μπέροβα (Βέρτισκο Θεσσαλονίκης) και Καρασούλι (Πολύκαστρο), καθώς και εναντίον των Σέρβων στη Γευγελή.

Την ίδια ημέρα λόχος Βουλγαρικού στρατού επιτέθηκε ξαφνικά στο φυλάκιο που είχε εγκαταστήσει η 10η Μεραρχία στο πλαίσιο οργάνωσης του Μετώπου, μεταξύ των οικισμών Αρτσάν (Κάστρο) και Σουλτογιανναίικα. Η μάχη με τον πολυάριθμο βουλγαρικό στρατό κατέληξε στην αιχμαλωσία των 10 Ευζώνων και οδηγήθηκαν στο Ματσίκοβο. Στον δρόμο ο λοχίας Ζαφειρόπουλος στην προσπάθεια του να διαφύγει λογχίστηκε στην κοιλιακή χώρα, κατάφερε όμως να ξεφύγει, βρέθηκε την άλλη ημέρα σχεδόν ετοιμοθάνατος κοντά στο Πολύκαστρο από άνδρες του λόχου που ηγούνταν ο αξιωματικός Φυκιώρης, που είχε αποστολή τη φύλαξη της γέφυρας του Αξιού.

Στο Ματσίκοβο στο ρέμα που διασχίζει το χωριό με παραταγμένο το στρατό και την παρουσία κατοίκων. Με παρότρυνση του λοχαγού επιτέθηκαν εναντίον των αιχμαλώτων και τους κατέσφαξαν.

Μετά την νίκη του Ελληνικού στρατού στο Κιλκίς και την απελευθέρωση της περιοχής ο στρατός μας βρήκε τα πτώματα των Ευζώνων και τα έθαψαν στο ίδιο μέρος.

Την περίοδοδ του Α’ παγκοσμίου πολέμου το χωριού βρέθηκε ανάμεσα στην πολεμική ζώνη των δύο αντίπαλων παρατάξεων με αποτέλεσμα να υποστεί μεγάλη καταστροφή. Μετά το τέλος του πολέμου όσοι κάτοικοι είχαν φύγει γύριδαν στο χωριό καθώς και 26 οικογένειες Ελλήνων από τα γειτονικά χωριά που είχαν μείνει εκτός ελληνικής επικράτειας.

Στην απογραφή που έγινε στις 14 Δεκεμβρίου 1920 το Ματσίκοβο είχε 313 κατοίκους. Δεν είναι γνωστό αν η απογραφή αυτή κατέγραψε και τους πρώτους πόντιους πρόσφυγες από το Καρς που ήρθαν στο χωριό δυο ημέρες πριν.

Να πως περιγράφει η Αλεξία Π. Ιωαννίδου στο “Pontosnews” την άφιξη τους στο χωριό.

«Στις 12 Δεκεμβρίου του 1920, ανήμερα του αγίου Σπυρίδωνα, έφτασαν στο χωριό Ματσόκοβο στο οποίο υπήρχαν αρκετές οικογένειες ντόπιων καταγόμενοι κυρίως από τη γειτονική Γευγελή και τη Βογδάντσα. Οι επήλυδες Κιολάληδες που έφτασαν στο Μτσίκοβο ήγταν περίπου 150. Δύο χρόνια μετά εγκαταστάθηκαν στο χωριό και πρόσφυγες από το Σοχούμι…»

Μεταξύ των πρώτων προσφύγων ήταν και ο δάσκαλος παππούς της Αλεξίας, Αλέξης Ιωαννίδης και η γιαγιά της Λίζα. Πρώτη του έννοια, συνεχίζει η Αλεξία ήταν να αλλάξει την βουλγαρική ονομασία του καινούργιου τους χωριού και προτείνει στην επιτροπή μετονομασίας το όνομα «Εύζωνοι» για να τιμηθεί η θυσία των 9 Ευζώνων. Η επιτροπή έκανε δεκτή την πρόταση και στις 20.8.1927 με το ΦΕΚ 179/1927 άλλαξε και επίσημα επί προεδρίας του, η ονομασία του χωριού. Ο Αλέξης Ιωαννίδης έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Κοινότητας των Ευζώνων που αποτελούνταν από έξι χωριά: Εύζωνοι, Ποντοηράκλεια, Μεταμόρφωση, Κορώνα, Πλατανιά και Μικρόδασος.

Με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924 στο χωριό ήρθαν άλλες 30 οικογένειες από τον Πόντο, παράλληλα 25 οικογένειες δήλωσαν Βουλγαρική εθνικότητα και έφυγαν για τη Βουλγαρία.

Στην απογραφή που έγινε στις 16 Μαΐου 1928 έχουν καταγραφεί όλοι οι κάτοικοι του ελληνικού κράτους, γηγενείς και πρόσφυγες που ήρθαν στη μητέρα πατρίδα μετά την Μικρασιατική καταστροφή. Σύμφωνα με την απογραφή αυτή οι Εύζωνοι είχαν 100 οικογένειες και 385 άτομα.

ΥΓ. Στο ιστορικό Λεύκωμα του δήμου Παιονίας  ο επιμελητής της έκδοσης Χ. Ίντος, μεταξύ άλλων αναφέρει «Σχετικά με τον αριθμό των δολοφονηθέντων Ευζώνων, όπως και για τον τόπο της εκτέλεσης, υπάρχουν διάφορες πληροφορίες στη σχετική βιβλιογραφία. Επίσης στην ίδια σελίδα αναφέρει πως για τη μεταφορά των οστών και τον ενταφιασμό τους στο χωριό του, μερίμνησε ο τότε κοινοτάρχης Μιχάλης Σιωνίδης»

ΥΓ2. Είναι όμως μία εκδοχή που δεν βρίσκει σύμφωνους μέχρι σήμερα ορισμένους κατοίκους των Ευζώνων.

ΥΓ3. Ο Μιχαήλ Σιωνίδης (1870-1935) γεννήθηκε στη Γρίτσιστα Γευγελής και πέθανε στους Ευζώνους. Την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα με το ένοπλο σώμα του αγωνίστηκε εναντίον των κομιτατζήδων.

Μετά τη χάραξη των συνόρων, επειδή το χωριό του έμεινε εκτός ελληνικής επικράτειας εγκαταστάθηκε στο τότε Ματσίκοβο. Για την προσφορά του στους αγώνες της Πατρίδας (Μακεδονικός Αγώνας, Βαλκανικοί πόλεμοι και Α’ παγκόσμιο πόλεμο) τιμήθηκε από την Πολιτεία με ανώτατες διακρίσεις, επίσης δόθηκε το όνομα του σε πρώην στρατόπεδο της Αξιούπολης.