Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου 2024, 1:23:50 πμ
Παρασκευή, 02 Ιανουαρίου 2015 20:02

ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ

ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ

Την επιμέλεια των κειμένων  έχει ο Δημήτρης Αγαθόπουλος σε συνεργασία με συντακτική ομάδα της εφημερίδας «Δρόμοι της Αριστεράς» και τις «Ειδήσεις»

Συνέχεια από προηγούμενο:
Αφού, στο πρώτο κομμάτι του άρθρου του, που δημοσιεύσαμε στο προηγούμενο φύλλο της εφημερίδας,  ο Attila Tougan καταλήγει ότι ο πόλεμος τον οποίο διεξήγαγε το καθεστώς της Τουρκίας εκείνη την εποχή, δεν ήταν εθνικοαπελευθερωτικός αλλά πόλεμος κατά των μειονοτήτων, έρχεται στο δεύτερο μέρος να περιγράψει το πώς μεταχειρίστηκε το καθεστώς τις μειονότητες και τους τρόπους που χρησιμοποίησε προκειμένου να τις εκμηδενίσει.

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η αναφορά του, σε αυτό το δεύτερο μέρος του άρθρου του, στην παραβίαση ακόμη και αυτής της συνθήκης της Λωζάνης από όλες τις κυβερνήσεις της Τουρκίας μέχρι σήμερα. Στην ίδια τακτική του πολέμου κατά των μειονοτήτων εντάσσει και αφήνει να υπονοηθούν και  οι διώξεις των Ελλήνων από την Κωνστ/πολη το 1953 και το 1964. Ακόμη και σήμερα αρνείται η Τουρκία να εκπληρώσει υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε και με διάφορα νομικίστικα τερτίπια δεν αποδίδεται δικαιοσύνη στο αίτημα της περιουσιακής αποκατάστασης των εκδιωχθέντων με την βία πρώην κατοίκων.   
Χαρακτηριστικά αναφέρει:  
«Η μεταχείριση των Ελλήνων της Ανατολής
Ως συνέπεια του Βαλκανικού Πολέμου και της ένταξης της Ελλάδας στην αντίθετη συμμαχία, η ένταση κορυφώθηκε. Οι ρωμιοί πολίτες αντιμετωπίστηκαν ως υπήκοοι και σύμμαχοι ξένης χώρας. Οι ελληνικές κοινότητες των περιοχών Θράκης (Ανατολικής), Πόντου και Αιγαίου εξορίστηκαν στα ενδότερα της Ανατολίας. Δημιουργήθηκαν τα Τάγματα Εργασίας, τα Amele Taburlari και οι ρωμιοί άντρες συγκεντρώθηκαν σε ειδικά τάγματα που είχαν τη μορφή στρατοπέδων συγκέντρωσης. Με απόφαση του Νοεμβρίου του 1915 συνεχίστηκαν οι εκτοπίσεις προς τα ενδότερα. Εκμεταλλευόμενοι τις πολεμικές συνθήκες άρχισαν να εφαρμόζονται τα προσχεδιασμένα μέτρα κατά των Αρμενίων στις ανατολικές περιοχές και κατά των Ρωμιών στις δυτικές.
Πρώτη ενέργεια των Ενωτικών ήταν η σφαγή των αρμενικών πληθυσμών που ζούσαν κοντά στα οθωμανο-ρωσικά σύνορα. Τα καταπιεστικά και βίαια μέτρα που πάρθηκαν εναντίον των Ρωμιών είχαν μεγαλύτερη επέκταση στο χρόνο. Σχεδόν όλοι  οι Έλληνες άνδρες επιστρατεύτηκαν σε τάγματα εργασίας και υπέστησαν συμπεριφορά αιχμαλώτων. Χιλιάδες πέθαναν λόγω των άθλιων και τρομερών συνθηκών. Οι ανυπότακτοι, οι λιποτάκτες ή αυτοί που αντιστάθηκαν σκοτώθηκαν και οι οικογένειές τους εκτοπίστηκαν. Φανατιζόμενοι και καθοδηγούμενοι από τους τσέτες, οι φτωχοί Μουσουλμάνοι επιτέθηκαν κατά των μη-Μουσουλμάνων με λεηλασίες και σφαγές.
Για να φανατιστούν οι μουσουλμάνοι χωρικοί χρησιμοποιήθηκε ως προπαγανδιστικό επιχείρημα  ότι οι μη-Μουσουλμάνοι είναι η αιτία της φτώχειας των χωρικών. Η προπαγάνδα αυτή στη σφαγή των Αρμενίων του 1915 και στο πογκρόμ κατά των Ελλήνων το 1922, είχε πολύ σημαντική επίδραση στους φτωχούς μουσουλμάνους Τούρκους και Κούρδους. Το αποτέλεσμα ήταν να μετατραπούν σε λυσσαλέους εχθρούς αυτοί οι λαοί που ζούσαν αδελφικά.  Σε τελευταία ανάλυση, το Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος» και η συνέχεια αυτού, το Κεμαλικό καθεστώς, είχε μεγάλη επιτυχία στον εκτοπισμό των μη-Μουσουλμάνων, στον εκτουρκισμό του κεφαλαίου και την ίδρυση ενός έθνους-κράτους με ομοιογενή πυρήνα μουσουλμανικών τουρκικών πληθυσμών. Μετά την εκκαθάριση των Αρμενίων με μεγάλη σφαγή, ήρθε η σειρά εκτοπισμού των Ρωμιών. Όμως απαραίτητη ήταν και η εκκαθάριση όσων Αρμενίων και Ρωμιών παρέμεναν.
Το θέμα αυτό τακτοποιήθηκε στη Λωζάννη. Με βάση τη «Συμφωνία Ανταλλαγής των Πληθυσμών», μετανάστευσαν από την Τουρκία προς την Ελλάδα 1.2 εκατομμύρια Ρωμιοί και αντίστροφα από την Ελλάδα προς την Τουρκία περί τους 400.000 Μουσουλμάνους. Οι πρόσφυγες και στις δυο χώρες υπέφεραν πάρα πολύ. Ενώ οι Ρωμιοί πρόσφυγες στην Ελλάδα αντιμετωπίζονταν ως «τουρκόσποροι», αυτοί που πήγαν στην Τουρκία ως «γκιαούρηδες» (άπιστοι). Το γεγονός αυτό υπήρξε αιτία του προσανατολισμού μέρους των προσφύγων στις δυο χώρες προς τον εθνικισμό και τη θρησκεία, ώστε να γίνουν δεκτοί απ’ την κοινωνία Προσπάθησαν ακόμα να ξεχάσουν οι νέες γενιές τον τόπο προέλευσής τους…  
Η αλλαγή του πληθυσμού της Κωσταντινούπολης (έρευνα του καθ. Δρ. Tzem Behar το 1996) δείχνει τη δυναμική της αλλαγής του πληθυσμού. Το 1856 ο συνολικός πληθυσμός ήταν 236 χιλιάδες από τους οποίους το 47.6% ήταν Μουσουλμάνοι. Το ποσοστό αυτό το 1914, όντας ο συνολικός πληθυσμός 910.000, ήταν 62%. Το 1914 το ποσοστό των μη-Μουσουλμάνων στην Κωσταντινούπολη ήταν 38%, το 1927 μειώνεται σε 35% και αργότερα μειώνεται στο 1%.
Βλέποντας αυτή την πορεία θα πρέπει να αναρωτηθούμε πως φτάσαμε σε μια χώρα με 99.9% Μουσουλμάνους. Ως επέκταση αυτού μπορούμε να δούμε το θέμα απ’ την εξής σκοπιά: Η Αρμενική Γενοκτονία και τα πογκρόμ κατά των Ρωμιών και η Ανταλλαγή έφεραν μαζί τους και την εξαφάνιση των άλλων διαφορετικών οντοτήτων. Το κεμαλικό καθεστώς που διαδέχθηκε το Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος» αντιμετώπισε με καταπίεση, άρνηση και αφομοίωση στον τουρκισμό όλα τα άλλα στοιχεία, όπως τους Λαζούς, Κιρκάσιους, Γεωργιανούς, Κιρμαντζί, Τουρκομάνους, Πομάκους, Ζαζά, Ασσύριους και ποιος ξέρει πόσα άλλα ονόματα που δεν αναφέρουμε εδώ. Η προσπάθεια ήταν η με τη βία εμφύσηση «θετικιστικής τουρκικής» ταυτότητας, κάτι που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. »
 
Ο Attila Tougan σπούδασε στη Σχολή Ξένων Σπουδών στην Κωσταντινούπολη. Συνελήφθη πολλές φορές μετα το πραξικόπημα του Σεπτεμβρίου του 1980. Έχει γράψει πολλά κείμενα, όπως «Η γενοκτονία των Αρμενίων μέσα απ’ τα γερμανικά αρχεία» (2008), «Οι σφαγές, η Αντίσταση και οι συνεργάτες» (2007), κ.ά. Μετέφρασε στα τουρκικά, βιβλία με θέματα Μαρξισμού.
Επίσης για το ίδιο θέμα ένας άλλος ιστορικός ο Taner Akcam με περισσότερα στοιχεία γράφει:
Του Taner Akçam (*)
Όλες οι διαθέσιμες οθωμανικές πηγές καταδεικνύουν μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια: πριν τον πόλεμο, η Επιτροπή Ένωσης και Προόδου (ΕΕΠ), αφού πρώτα σχεδίασε και έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο με στόχο την –με δικά τους λόγια– «απελευθέρωση από τα μη-τουρκικά στοιχεία» της περιοχής του Αιγαίου, στη συνέχεια, και με πρόσχημα τον πόλεμο, επεξέτειναν το εν λόγω σχέδιο ώστε να περιλαμβάνει ολόκληρη την Ανατολία.
Πρωταρχικός στόχος αυτού του σχεδίου, το οποίο μπορεί να περιγραφεί ως «εθνολογική και θρησκευτική ομογενοποίηση» της Ανατολίας στη βάση του τουρκο-μουσουλμανικού πληθυσμού της. Οι δύο βασικοί πυλώνες αυτής της πολιτικής, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως κυβερνητική «πολιτική πληθυσμών και επανακατοίκοισης» είχαν ως εξής: ο πρώτος συνεπαγόταν μια «εκκαθάριση» της Ανατολίας από τον μη-μουσουλμανικό πληθυσμό της (αναφερόταν ουσιαστικά στους χριστιανούς), ο οποίος εθεωρείτο ως θανάσιμη απειλή για την ύπαρξη του κράτους, έχοντας μάλιστα χαρακτηριστεί και ως «καρκίνο» στο σώμα της Αυτοκρατορίας· ο δεύτερος ήταν η αφομοίωση (διάβασε: εκτουρκισμός) όλων των μη-τουρκικών και μη-μουσουλμανικών κοινοτήτων της Ανατολίας.
Οι πολιτικές αυτές εφαρμόστηκαν από το 1913 με την ενεργοποίηση ενός «διπλού» μηχανισμού από παράλληλες επίσημες και ανεπίσημες μεθόδους. Ακολουθήθηκε, από τη μία, η επίσημη πολιτική της απέλασης και, από την άλλη, της αναγκαστικής μετανάστευσης. Η πολιτική αυτή αποφασίστηκε και εφαρμόστηκε επίσημα είτε στη βάση του διμερούς  πλαισίου περί «ανταλλαγής πληθυσμών» με άλλες χώρες, όπως την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία, είτε ως μονομερής απομάκρυνση και απέλαση, όπως έγινε με την περίπτωση των Αρμενίων. Από την άλλη, έγιναν μια σειρά από μυστικές, ημινόμιμες αλλά επιχορηγούμενες από το κράτος τρομοκρατικές ενέργειες κάτω από την προστατευτική ομπρέλα της «επίσημης» κρατικής πολιτικής.
Η ΕΕΠ δημιούργησε μια οργανωτική δομή κατάλληλη για τον διττό αυτό μηχανισμό. Στο βασικό κατηγορητήριο εναντίον των μελών της Κεντρικής Επιτροπής της ΕΕΠ, που δικάστηκαν το 1919 από Στρατοδικείο της Κωνσταντινούπολης  το 1919, ο εισαγγελέας ανέφερε ότι, σύμφωνα με τη δομή  του Ενωτικού Κόμματος και τους τρόπους δράσης του, είχε δημιουργηθεί ένα «μυστικό δίκτυο» (şebeke-yi hafiye) με στόχο την υλοποίηση των παράνομων δραστηριοτήτων του. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η ΕΕΠ ήταν μια οργάνωση «με δύο αντιφατικές φύσεις» (iki mâhiyet-i mütezâdde): η πρώτη ήταν ορατή και δημόσια, βασιζόταν σε ένα (δημόσιο) πρόγραμμα και καταστατικό (nizâmnâme-i dâhilîye), και η άλλη στηριζόταν στη μυστικότητα και (λειτουργούσε σύμφωνα με άγραφες) προφορικές οδηγίες. /1/
Με τις ανωτέρω πολιτικές, οι οποίες εφαρμόστηκαν μεταξύ των ετών 1913 και 1918, ο εθνικός χαρακτήρας της Ανατολίας μεταμορφώθηκε απόλυτα. Ο πληθυσμός της Ανατολίας /2/ αλλοιώθηκε ολοκληρωτικά κατά τη διάρκεια αυτής της εξάχρονης περιόδου. Το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού (ο οποίος το 1914 υπολογίζεται γύρω στα 7,5 εκατομμύρια ψυχές) είτε εκτοπίστηκε στο εσωτερικό της χώρας, είτε απελάθηκε είτε εκμηδενίστηκε.
Ο «διπλός μηχανισμός» ενεργοποιείται στην περιοχή του Αιγαίου
Οι οθωμανικές αρχές, παράλληλα με τις προσπάθειες να δώσουν ένα επίσημο και νομικό χαρακτήρα στην ανταλλαγή πληθυσμών, οργάνωσαν την διά της βίας απομάκρυνση των χριστιανικών πληθυσμών από τα εδάφη τους, εφαρμόζοντας μια πολιτική τρομοκράτησης και, επιπλέον, όταν κρινόταν αναγκαίο, ακόμα και σφαγές. Ο διπλός μηχανισμός, αφού εφαρμόστηκε για πρώτη φορά εναντίον του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής του Αιγαίου της αυτοκρατορίας, θα εφαρμοστεί και πάλι κατά την περίοδο της εκτόπισης και της σφαγής των Αρμενίων. Στα απομνημονεύματα των Kuşçubaşı Eşref, Halil Menteşe, Celal Bayar, αλλά και άλλων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σ’ αυτά τα γεγονότα, οι συγγραφείς μάς παρέχουν εκτενείς πληροφορίες σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές του μυστικού, παράλληλου σχεδίου αναγκαστικής μετανάστευσης που τέθηκε σε εφαρμογή προτού υπογραφούν και τεθούν σε ισχύ οι επίσημες συμφωνίες. /3/ Ο πρωταρχικός στόχος της κυβερνητικής πολιτικής, ιδιαίτερα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Θράκη, ήταν να μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των χριστιανών, οι οποίοι εθεωρούντο απειλή για την ασφάλεια του κράτους. Ο Halil Menteşe, στις αναμνήσεις του σχετικά με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην περιοχή του Αιγαίου την άνοιξη του 1914, αναφέρει: «Ο (υπουργός Εσωτερικών) Talat Bey… πρότεινε ότι η χώρα πρέπει να εκκαθαριστεί από εκείνα τα στοιχεία που θεωρούνταν ικανά για προδοσία του κράτους». /4/
Γερμανικά έγγραφα εκείνης της περιόδου καταδεικνύουν ότι ο υπουργός Εσωτερικών μίλησε σε γερμανούς διπλωμάτες με την ίδια ειλικρίνεια: «Ο Talat Bey… εξήγησε χωρίς κανένα δισταγμό ότι η κυβέρνησή (του) επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει τον Παγκόσμιο Πόλεμο  ως πρόσχημα (ούτως ώστε να μην επιτραπεί σε ξένες χώρες να παρέμβουν), με σκοπό να εκκαθαρίσει τη χώρα από τους εσωτερικούς εχθρούς της – δηλαδή τους χριστιανούς όλων των δογμάτων». /5/ Σύμφωνα με τα λόγια του Kuşçubaşı Eşref, ενός από τους βασικούς πρωταγωνιστές των επιχειρήσεων εθνικής εκκαθάρισης, οι μη-μουσουλμάνοι ήταν «εσωτερικά καρκινώματα» στο σώμα του οθωμανικού κράτους και έπρεπε να «αφαιρεθούν». Το να γίνει αυτό, ισχυρίστηκε, ήταν «υπόθεση εθνικής σημασίας». /6/
Ο κύριος στόχος ήταν να πειστούν οι χριστιανοί χωρικοί να φύγουν, με μέσο τον εκφοβισμό, όπου αυτό ήταν απαραίτητο. Ανάμεσα στις κύριες μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν «η παρακολούθηση, η ταπείνωση, οι δολοφονίες, η παρεμπόδισή τους να καλλιεργούν τη γη τους, η βαριά φορολογία, η κατάσχεση των περιουσιακών τους στοιχείων… η βίαιη επιστράτευση» /7/, πράγματα στα οποία, και λόγω της εφαρμογής του προαναφερθέντος διπλού μηχανισμού, η οθωμανική κυβέρνηση θα μπορεί να δηλώνει στις διαμαρτυρίες της ελληνικής κυβέρνησης και των άλλων ξένων δυνάμεων, ότι δεν έχει καμία συμμετοχή στα τεκταινόμενα.
Οι βίαιες απελάσεις και εκδιώξεις από την περιοχή της Ανατολικής Θράκης άρχισαν την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1913. Οι επιθέσεις εναντίον του ντόπιου χριστιανικού πληθυσμού συνεχίστηκαν όλο το χρόνο, όμως μετά τον Μάρτιο του 1914 άρχισαν να παίρνουν πιο συστηματική μορφή.  
Τα κύρια χαρακτηριστικά των εφαρμοζόμενων πολιτικών ήταν:
1) επιθέσεις σε ελληνικά χωριά και χωρικούς από τις μονάδες της Ειδικής Οργάνωσης, με την κεντρική διοίκηση (κυβέρνηση) να ισχυρίζεται και να ενεργεί σαν να μην έχει καμία σχέση με την όλη υπόθεση  
2) εξαναγκασμός ατόμων/πληθυσμών να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω της τρομοκρατίας και των δολοφονιών
3) άδειασμα ολόκληρων χωριών και στρατολόγηση όλου του ανδρικού πληθυσμού που ήταν σε ηλικία στράτευσης σε τάγματα εργασίας
4) κατάσχεση των ελληνικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεων και μεταβίβασή τους σε μουσουλμάνους. /8/
Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1913 το ελληνικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεων έστειλε έναν ολόκληρο ποταμό επιστολών στην Υψηλή Πύλη, διαμαρτυρόμενο για τις διαρκείς επιθέσεις σε ελληνικά χωριά στην περιοχή του Αιγαίου, τις λεηλασίες οικιών, τις άνευ αιτίας κρατήσεις και τις συλλήψεις ατόμων, και την αναγκαστική απέλαση τους. /9/
Μία από τις πλουσιότερες πηγής άντλησης πληροφοριών σχετικά με τη λειτουργία του διπλού συστήματος που η κυβέρνηση είχε θέσει σε εφαρμογή είναι τα απομνημονεύματα των προαναφερθέντων στελεχών της Ειδικής Οργάνωσης. Ο Halil Menteşe, για παράδειγμα, γράφει ότι: «Δεν θα φαινόταν ότι δρουν εξ ονόματος της κυβέρνησης οι κυβερνήτες των επαρχιών και οι κρατικοί υπάλληλοι. Την υπόθεση θα αναλάμβανε η οργάνωση της Επιτροπής (Ένωση και Πρόοδος)…» /10/ Επιπλέον, θα οργανώνονταν συναντήσεις υψηλότερου επιπέδου, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα σωστά άτομα θα επόπτευαν τα γεγονότα και θα διασφάλιζαν ότι όλα εξελίσσονται σύμφωνα με το σχέδιο. Μεγάλο μέρος της ευθύνης για την υλοποίηση του προγράμματος ανέλαβε ο Kuşçubaşı:
«Οι Έλληνες παρενοχλούνταν με διάφορα μέσα και αναγκάζονταν να μεταναστεύουν εξ αιτίας των επιθέσεων και της καταπίεσης που τους ασκούταν. Οι ένοπλες συμμορίες υπό τον διοικητή των Ειδικών Δυνάμεων Kuşçubaşı Eşref Bey… διεξήγαγαν επιδρομές εναντίον των ελληνικών χωριών… Εκείνο το κομμάτι της ελληνικής νεολαίας που μπορούσε να κρατήσει όπλο συνελήφθη με στόχο (την τοποθέτησή του) σε τάγματα εργασίας, ώστε να δουλεύει στην κατασκευή δρόμων, στη δασοκομία και τις οικοδομές». /11/
Οι πληροφορίες που έδωσα ως εδώ είναι ευρέως γνωστές στον ακαδημαϊκό κόσμο. Αυτό που πρόσφατα ανακάλυψα είναι ότι η λειτουργία του διπλού μηχανισμού μπορεί να αποδειχτεί από τα Πρωθυπουργικά Αρχεία.
Η προσπάθεια του Talat Pasha να εμφανίσει τόσο τον εαυτό του όσο και την οθωμανική κυβέρνηση ως ανίδεους  σχετικά με τις βίαιες εξώσεις και τις δολοφονίες –μια θέση που στη συνέχεια διαψεύστηκε από τα απομνημονεύματα πολλών Τούρκων που είχαν άμεση εμπλοκή στα παραπάνω γεγονότα–  πρέπει να θεωρηθεί απλώς ως ένα άλλο παράδειγμα των πολιτικών του «διπλού μηχανισμού» που περιγράφηκε προηγουμένως. Ένας από τους πρωταγωνιστές αυτών των «εκκαθαριστικών» επιχειρήσεων, ο Kuşçubaşı Eşref, αναφέρει ότι τον καιρό που ο Talat πραγματοποιούσε την περιοδεία του στην περιοχή του Αιγαίου, συναντήθηκε μαζί του κρυφά στη Μαγνησία και ο Talat του είπε: «Προσπαθήστε να μην είστε και τόσο ορατοί τώρα, τουλάχιστον μέχρι εγώ να επιστρέψω (στην Κωνσταντινούπολη)… Να μην έρθετε ούτε στη Σμύρνη κατά τις επόμενες δυο-τρεις μέρες. Προσπαθήστε να μη γίνετε αντιληπτοί από ανατρεπτικά στοιχεία στις παράκτιες περιοχές, όπως επίσης και από ξένες πρεσβείες και προξενεία – ακόμα και αυτά των συμμάχων μας». /12/
(*) Ο Taner Akçam είναι ιστορικός και διδάσκει στο Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Clark στο Worchester της Μασαχουσέτης. To παραπάνω κείμενο αποτελεί τμήμα της εισήγησής του με τίτλο «The Greek “Deportations” and Massacres of 1913-1914. A Trial Run for the Armenian Genocide» που έγινε στην  «Ακαδημαϊκή Σύνοδο για την Μικρασιατική Καταστροφή», 7 Νοεμβρίου 2010, Ρόουζμοντ, Ιλλινόις. Το Μάιο του 2009, συμμετείχε στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο που έγινε στην Αθήνα υπό τον τίτλο: «Πόντιοι-Αρμένιοι-Ασσύριοι. Τρεις γενοκτονίες, ένας θύτης».