Αργυρόκαστρο, Κορυτσά, Κλεισούρα, Τεπελένι, Άγιοι Σαράντα, Τρεμπεσίνα. Τόποι και τοπωνύμια, τα οποία κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, παραμονές της επετείου της 28ης Οκτωβρίου, ακούγονται σε σχολικές εκδηλώσεις και αναφέρονται σε σχετικά αφιερώματα.
Στο άκουσμα αυτών των ονομάτων, ο ερευνητής της ιστορίας ξεκινά ένα νοητό οδοιπορικό, που τον μεταφέρει από το Καλπάκι των Ιωαννίνων και την Αννίτσα των Γρεβενών, μέσω των ελληνοαλβανικών συνόρων, σε παραθαλάσσιες, πεδινές και ορεινές τοποθεσίες, εκεί όπου γράφτηκαν οι σελίδες του Έπους του ’40. Για αρκετές δεκαετίες, η αναδρομή στους προαναφερόμενους τόπους ήταν δυνατή μόνο νοητά. Εδώ και κάποια χρόνια, επισκέπτες από την Ελλάδα ταξιδεύουν στην Αλβανία για να συναντήσουν την ιστορία στον χώρο αλλά και για να αποτίσουν φόρο τιμής στους μαχητές και πεσόντες του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, ιδιαίτερα σε εκείνους, οι σοροί των οποίων, για σχεδόν οκτώ δεκαετίες δεν είχαν τύχει πρέπουσας ταφής και παρέμεναν γνωστοί ως οι «άταφοι» νεκροί του ’40.
Πριν από λίγες ημέρες, δυο ομάδες επισκεπτών από την Ξάνθη, τη Θεσσαλονίκη, την Κατερίνη και την Αθήνα, βρέθηκαν στην Αλβανία, πραγματοποιώντας προσκυνηματική επίσκεψη σε χώρους ιστορικής μνήμης. Την ευθύνη της επίσκεψης είχε το παράρτημα της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού Ξάνθης. Από το 2015 διοργανώνει αυτό το ταξίδι, δίνοντας την ευκαιρία επίσκεψης σε χώρους που αναφέρονται στα γεγονότα του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, αλλά και σε χώρους που παρουσιάζουν την πνευματική, θρησκευτική, πολιτιστική και εκπαιδευτική ζωή της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας.
Μεταξύ των συμμετεχόντων ήταν και ο Νίκος Κοσμίδης, υποψήφιος διδάκτορας Αρχιτεκτονικής του ΔΠΘ. Ο κ. Κοσμίδης είναι υπεύθυνος του προγράμματος Δράσεις ΙστορίαςΜνήμης Πολιτισμού του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης στην Ξάνθη, το οποίο αποσκοπεί στην ανάδειξη της σύγχρονης ιστορικής, κοινωνικής και υλικής μνήμης. Η επίσκεψη στους χώρους, όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα του 1940-1941, προσφέρει τη δυνατότητα σύνδεσης μνήμης, ιστορίας, οικογενειακών αναφορών και χώρου. Στην περίπτωση, όμως, αρκετών σχετικών τοποθεσιών στην Αλβανία, η σύνδεση είναι δυνατή όχι μόνο χωρικά αλλά και υλικά. Τα χώματα εκεί πάνω, όπως π.χ. στο Ύψωμα 731, ακόμα μαρτυρούν τα όσα διαδραματίστηκαν.
Πολλές οι ιστορίες των επώνυμων και ανώνυμων στρατιωτών που θυσίασαν τη ζωή τους. Από τις πιο συγκινητικές πάντως που ξεχωρίζει ο Νίκος Κοσμίδης είναι αυτή της Ερμιόνης Μπρίγκου, της αποκαλούμενης και «Μάνας της Χειμάρρας». Η κ. Μπρίγκου ήταν εννέα ετών όταν γνώρισε τους έξι Έλληνες στρατιώτες που πολέμησαν στην περιοχή της Χειμάρρας. Μέχρι σήμερα, η οικογένειά της φροντίζει τον χώρο ταφής τους με ένα λιτό και απέριττο μνημείο. Το 2018, επιτεύχθηκε η σύναψη συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας για τον εντοπισμό των άταφων νεκρών και την έναρξη της διαδικασίας ταυτοποίησης των οστών που εντοπίζονται σε μαζικούς τάφους.
Από την ώρα που ξεκίνησαν μεμονωμένες ή ομαδικές επισκέψεις από την Ελλάδα σε αυτούς τους χώρους, συγγενείς μαχητών και πεσόντων δεύτερης και τρίτης γενιάς, κατάφεραν να βρεθούν κοντά στα σημεία όπου έδωσαν τη ζωή τους χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες. Αυτή η βιωματική σύνδεση με την εθνική και παγκόσμια ιστορία είναι σημαντική για τη νέα γενιά.
– Τις φωτογραφίες παραχώρησε ο κ. Κοσμίδης