Το βράδυ της Τετάρτης, στις 5 Δεκεμβρίου 2007, το Συνεδριακό Κέντρο του Δήμου ήταν κατάμεστο από κόσμο, και, κυρίως, από νέους ανθρώπους, που ήλθαν να παρακολουθήσον την πρεμιέρα της παράστασης “Οι τρεις τους” της Ελένης Μερκενίδου, σε σκηνοθεσία Παύλου Δανελάτου. Για την παράσταση συνεργάστηκαν η “Λύκη Βυθού” και η θεατρική σκηνή της “ΤΕΧΝΗΣ” και υποστηρίχθηκε από το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης.
Στη διάρκεια της παράστασης επικρατούσε απόλυτη σιγή. Το κοινό όχι μόνο παρακολούθησε καθηλωμένο και με τεταμένη την προσοχή, αλλά είχε και μία τέτοια επικοινωνία με τους ηθοποιούς και το δρώμενο, που η αίσθηση της προκαλούσε ανατριχίλα.
Η συγγραφέας του έργου, Ελένη Μερκενίδου, διαπραγματεύτηκε ένα θέμα δύσκολο, αμφιλεγόμενο για την ορθότητα και την πρακτική εφαρμογή, εκείνο της ευθανασίας, με ικανότητα μεγάλου δημιουργού, με ευελιξία και ευστροφία εκπληκτική στους διαλόγους, με λόγο ώριμο, πυκνό και βαθιά φιλοσοφημένο, όλα αποδεικτικά των δυνατοτήτων και της κλάσης της.
“Μπορούμε να παρεμβαίνουμε στη φύση, είμαστε επιστήμονες, φτιάχνουμε έναν καινούργιο κόσμο. Είμαστε θετικοί...”.
“Δεν θέλω να σκεφθώ πως έχεις εθισθεί στο θάνατο, στο όνμα της ζωής. Για φαντάσου...”.
Η σύγκρουση λογικής και συναισθήματος, επιστήμης και τέχης, καλού και κακού, οι προβληματισμοί σχετικά με την ποιότητα ζωής και το θάνατο, τον έρωτα και το πάθος, αναδείχτηκαν με τρόπο μοναδικό με την σκηνοθετική δεινότητα και δυνατότητα του Παύλου Δανελάτου, που απέδειξε με αυτό το έργο το απεριόριστο και ανεξάντλητο των ικανοτήτων του. Μορφοποίησε, θεατροποίησε ένα άκρως φιλοσοφικό κείμενο. Έκανε χειροπιαστές έννοιες αφηρημένες και δύσληπτες. Κατάφερε ένα δύσκολο, από τη φύση του, κείμενο να το κάνει εύληπτο και κατανοητό και στον ελάχιστο των θεατών.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Απόστολου Αποστολίδη, μοναδικά, ίσως, για την συγκεκριμένη παράσταση, σε σύλληψη και απόδοση, συνέβαλαν, καθοριστικά, ίσως, για την ανάδειξη των χαρακτήρων και της ατμόσφαιρας του έργου Μετέφεραν το θεατή από την πραγματικότητα στη σφαίρα του μεταφυσικού ή του μυστηρίου.
Η μουσική του Κώστα Παπαγεωργίου στο άκουσμά της δημιουργούσε την αίσθηση, άλλοτε του φόβου για κάποιο επερχόμενο απρόοπτο κακό, άλλοτε μιάς ατμόσφαιρας μυστηρίου και κάποιες φορές μετέδιδε μια τρυφερότητα και γλυκύτητα και ερωτική διάθεση. Ήταν πλήρως εναρμονισμένη στο εκάστοτε κλίμα της παράστασης.
Την κορύφωση της θεατρικής ευδαιμονίας στην παράσταση της “Λύκης Βυθού” και της “ΤΕΧΝΗΣ”, πέτυχαν οι ερμηνευτές των δύσκολων ρόλων του έργου, οι ηθοποιοί Γιάννης Βαγιωνάς, Δημήτρης Νικολαϊδης, και Σωτηρία Ζάνταλη. Υποδήθηκαν τους ήρωες του έργου αψεγάδιαστα, ιδιαίτερα η Σωτηρία Ζάνταλη, που κατάφερε με την όλη σκηνική της παρουσία να είναι το επίκεντρο της προσοχής όλων, να κυριαρχεί στην παράσταση, είτε μιλούσε είτε σιγούσε.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι οι άλλοι δύο, ο Γιάννης Βαγιωνάς και ο Δημήτρης Νικολαϊδης υστέρησαν. Με την άνεση, που είχαν στην κίνηση, με το ρυθμό και την υποκριτική τους ικανότητα, στάθηκαν με περισσή αξιοπρέπεια στις δύσκολες απαιτήσεις της παράστασης. Απέδειξαν ότι έχουν να δώσουν και στο μέλλον πολλά.
“Οι τρεις τους” δεν ήταν μιά συνθησμένη παράσταση. Ήταν κάτι ξεχωριστό, διαφορετικό, προχωρημένο. Ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα και παράλληλα μια μεγάλη επιτυχία. Τυχεροί όσοι την παρακολούθησαν.
Το Κιλκίς μπορεί να καυχάται γιατί φιλοξένησε την πρεμιέρα αυτής της παράστασης και για τη συμμετοχή της “ΤΕΧΝΗΣ” στην ολοκλήρωσή της.
Ήταν ένας σταθμός σημαντικός - φωτεινός στην πορεία της και στην ιστορία του θεάτρου στο Κιλκίς.