Με το εγχείρημά τους ξαναφέρνουν στο προσκήνιο τους προβληματισμούς για τη σχέση της τοπικής με τη γενική ιστορία. Απαντούν με τον τρόπο τους στα μεγάλα ερωτήματα περί ιστορικής συνείδησης και ταυτότητας, δίνοντάς τους σαφή μορφή με τη διαπραγμάτευση του θέματος. Το χρονικό παρόν και τα ερεθίσματα που αυτό δίνει στον μελετητή, τους οδήγησε στην προσπάθεια μιας όσο το δυνατόν πληρέστερης προσέγγισης του παρελθόντος.
Το εγχείρημά τους είναι συμβατό με τη γενικότερη θεώρηση για τη σχέση τοπικής με τη γενική ιστορία. Μια θεώρηση για το πώς μεταβαίνεις από το μερικό στο γενικό, όπου το παρόν και τα νέα προτάγματα δίνουν νόημα στην Ιστορία. Το παρελθόν γίνεται ικανή και αναγκαία συνθήκη, μετατρέπεται σε προϋπόθεση για να κατανοηθεί και το ίδιο το σήμερα. Το παρελθόν και τα γεγονότα που είναι χαμένα μέσα στον ιστορικό χρόνο, αποκτούν νέα υπόσταση και εντάσσονται σε μια προοπτική, η οποία τα συνδέει με το παρόν και το μέλλον.
Σε παλιότερες εποχές -όπου δεν είχε εμφανιστεί το κίνημα της μνήμης και δεν είχε συμβεί η ανάδυση του ριζοσπαστικού ποντιακού κινήματος και η πρόταξη συγκεκριμένων στόχων που επεδίωκαν την καταξίωση μιας απωθημένης ιστορίας- θα αρκούσε μια διαφορετική διαπραγμάτευση της τοπικής ιστορίας, χωρίς ιδιαίτερη έμφαση στο απώτερο -και απώτατο κάποιες φορές- παρελθόν. Κατά συνέπεια το έργο «Οι Ρίζες μας…» είναι απολύτως συνεπές με τις σύγχρονες τάσεις και ανάγκες.
Στην προκειμένη περίπτωση η έννοια της «τοπικής ιστορίας» είναι αρκετά πολύπλοκη από μόνη της. Οι σημερινοί κάτοικοι του Χωρυγίου δεν είναι αυτόχθονες αλλά Έλληνες πρόσφυγες από τον πάλαι ποτέ ρωσικό και νυν τουρκικό Καύκασο. Αλλά ούτε στον Καύκασο ήταν αυτόχθονες. Στις περιοχές αυτές είχαν βρεθεί ως πρόσφυγες-μετανάστες μετά το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78. Η πραγματική πατρίδα ήταν ο μικρασιατικός Πόντος. Όμως τα 40 χρόνια παρουσίας εντός του ρωσικού Καυκάσου διαμόρφωσαν σ’ αυτούς τους πληθυσμούς μια ξεχωριστή ταυτότητα –πολιτιστική και πολιτική- σε σχέση με τους παλιούς τους συγκάτοικους ομόφυλούς τους που απέμειναν στον Πόντο. Κατοικώντας στον Καύκασο τους βρήκαν τα τρομακτικά γεγονότα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και των μεγάλων ρωσικών επαναστάσεων. Συντετριμμένοι από τις μυλόπετρες της ιστορίας θα πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς για να καταλήξουν κάποτε στην άξενη μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα. Προερχόμενοι από διάφορα ελληνικά χωριά του Καυκάσου θα εγκατασταθούν σ’ ένα χωριό της Κεντρικής Μακεδονίας, που πρόσφατα είχε ενταχθεί στο ελληνικό κράτος. Η περιοχή αυτή υπήρξε για 20 χρόνια θέατρο μεγάλων συγκρούσεων. Το Χωρύγι ήταν ένα χωριό εξαρχικών Βουλγάρων που έφυγαν το 1913 για τη Βουλγαρία μετά την κατάληψη της περιοχής από τον ελληνικό στρατό. Βέβαια στην ίδια περιοχή κατοικούσαν και ελληνόφωνοι χριστιανοί, οι οποίοι εξοντώθηκαν από τους Οθωμανούς μετά την Κρητική Επανάσταση του 1866. Οι Καυκάσιοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σ’ αυτή την πολύπαθη περιοχή και έλαβαν κλήρο από τσιφλίκια που το κράτος απαλλοτρίωσε. Όμως οι μέρες της ηρεμίας δεν θα ήταν πολλές. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και η τριπλή Κατοχή της Ελλάδας θα διαμορφώσουν το τοπίο. Οι Χωρυγιώτες, ως προοδευτικοί Καυκάσιοι, θα πάρουν μαζικά μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Ο εμφύλιος θα συμπαρασύρει και το Χωρύγι και δεκάδες θα καταφύγουν ως πολιτικοί πρόσφυγες στην Ανατολική Ευρώπη.
Όλα αυτά τα ιστορικά σημεία της πορείας που διαμόρφωσε τους σημερινούς κατοίκους του Χωρυγίου, αναδεικνύουν την πολυσημαντότητα και την πολυλειτουργικότητα της τοπικής ιστορίας. Τα σημεία όμως, που επιλέχθηκαν για να διαμορφώσουν τα ερωτήματα επί του παρελθόντος και να αποτελέσουν την κύρια βάση της ιστορικής προσέγγισης καθορίστηκαν από τα ερεθίσματα του παρόντος. Και τα ερεθίσματα του παρόντος για τους συγγραφείς ήταν η ποντιακή προέλευση και ταυτότητα του πληθυσμού. Στο πλαίσιο αυτό, η τοπική ιστορία με ιδιαίτερη έμφαση στην ποντιακή καταγωγή, γεφυρώνεται με τη γενική και θεωρείται ως μια εκδήλωσή της. Καμιά αντίθεση ανάμεσα στην τοπική και τη γενική δεν υπάρχει στη μελέτη, εφόσον δίνεται μια πλήρης ιστορία του Πόντου και των μετακινήσεων τόσο προς τον Καύκασο όσο και προς την Ελλάδα. Βαθμιαία η τοπική Ιστορία παραχωρεί τη θέση της στην εθνική και συναντά την ευρωπαϊκή όσον αφορά τις εξελίξεις στην Ανατολή, ώστε όλες μαζί οι μορφές να αποτελέσουν ένα ευρύτερο σύνολο, διατηρώντας πάντα ως κριτήριο αναφοράς την ποντιακή καταγωγή. Οι συγγραφείς επιχειρούν και το καταφέρνουν σε μεγάλο βαθμό να αναδείξουν το γεγονός -που είναι ήδη γνωστό στους ακαδημαϊκούς ιστορικούς- ότι η περιοχή μας είναι βαθιά ποτισμένη με την Ιστορία της. Ότι κάθε σημείο συναντάται με τη γενική Ιστορία εφόσον παντού υπάρχουν τοποθεσίες θυσίας, μάρτυρες συγκλονιστικών γεγονότων, προσφυγικές διαδρομές ασύλληπτης τραγωδίας
Το βιβλίο αυτό λειτουργεί και παιδαγωγικά. Εκκινώντας από το παρόν, επιτρέπει την διαμόρφωση μιας διιστορικής ταυτότητας. Η μελέτη της τοπικής ιστορίας του συγκεκριμένου τόπου, συντελεί στη δυνατότητα να αποκτηθεί μια ιστορική συνείδηση. Παρόλη την πληθώρα ιστορικών πληροφοριών, βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει καλύτερα τη σύγχρονη Ιστορία με έμφαση σ’ αυτήν του Πόντου, να αντιληφθεί την χρονική συνέχεια, να συνειδητοποιήσει το πώς τα ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος επέδρασαν στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα και να αποκτήσει κριτική σκέψη.