Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου 2024, 6:30:01 πμ
Πέμπτη, 05 Ιουνίου 2014 21:09

Θεόδωρος Παυλίδης : Σαν οδοιπορικό

paulidhs
Η Μπάφρα του Νομού Σαμψούντος (Τουρκίας) είναι η επαρχία καταγωγής και των δύο γονέων μου. Η μητέρα μου Βασιλική κατάγεται από το χωριό Πεσκελλέρ (Peskeller) ένα χιλιόμετρο πριν μπεις στην πόλη της Μπάφρας από Σαμψούντα και ο πατέρας μου, κατάγεται από το χωριό Χιντιρελλέζ (Hidirellez) έξι (6) χιλιόμετρα μετά την Μπάφρα στο δρόμο για το Kolay.Χιντιρελλέζ είναι η γιορτή της άνοιξης την οποία ακόμη και σήμερα γιορτάζουν οι Μουσουλμάνοι στην Μπάφρα κάθε 6 Μαΐου.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι την ημέρα αυτή την γιορτάζουν οι Τούρκοι με τσούγκρισμα κόκκινων αυγών ολοφάνερο κατάλοιπο των Χριστιανικών παραδόσεων και εθίμων. Στην πραγματικότητα οι ρίζες του πατέρα μου προέρχονται από το χωριό Κωσταντίν Ουσαγί (Konstantin Usaği) αφού εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε ο πατέρας του Θεόδωρος (παππούς μου) ο οποίος ήρθε σώγαμπρος στο Χιντιρελλέζ, νυμφευθείς την γιαγιά μου Μυροφόρα, το γένος Καραντεμιρτζίογλου Ιωάννη.    
Το χωριό Κωσταντίν Ουσαγί, (σήμερα Yeniköy) βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Νεμπυάν (Nebyan) όπου κυλάει σιωπηλός ο Άλυς ποταμός στον βυθό του οποίου θάφτηκαν, τόσο επί ντερεμπέηδων, όσο και στην δεκαετία του ξεριζωμού (1914-1924) χιλιάδες όνειρα και ζωές Ελλήνων.     Περιφερειακά του χωριού βρίσκονται τα Ελληνικά χωριά Κούζαλαν, Ασάρ, Ίνεζου, Κόσατσα Καπούκαγια, Σελαμελίκ κλπ. χωριά που έγραψαν την ιστορία του Ποντιακού Αντάρτικου με το αίμα τους. Κι όταν λέμε Ποντιακό Αντάρτικο, όλοι μας γνωρίζουμε ότι πρόκειται για το Αντάρτικο της Μπάφρας, γιατί όταν στις άλλες περιοχές του Πόντου πολεμούσαν τους Τούρκους κάποιες εκατοντάδες Ποντίων Ανταρτών, στην περιοχή της τουρκόφωνης Σαμψούντος (όρη Nebyan, Yudaġ  και Tafsandaġ) καθομολογία του αντάρτη Λαζάρου Αβραμίδη (Καπετάν Λαζίκ) που επιβεβαιώνεται από τον Γερμανό Καραβαγγέλη και τον ίδιο τον Κεμάλ (όρα λόγο του Nutuk) οι έλληνες αντάρτες υπερέβαιναν τους 25.000.        
Στόχος του παρόντος κειμένου, δεν είναι να αυτοβιογραφηθώ. Ούτε να γράψω την ιστορία του Ποντιακού Αντάρτικου. Είναι να εξηγήσω, γιατί η Μπαφραία Γη είναι για μένα σημαντικότερη του δικού μου γενέσιου τόπου, που είναι το Κιλκίς.    
Δεν ξεχνώ ότι στην Μπάφρα γεννήθηκαν και έζησαν δεκάδες γενεών προγόνων μου, ενώ στο Κιλκίς γεννήθηκα και μεγάλωσα πρώτος εγώ, από δύο γονείς που διώχθηκαν βίαια από τους δικούς τους γενέσιους τόπους.    
 Η έξοδος της Ανταλλαγής, έκοψε βίαια το νήμα της ιστορίας, του πολιτισμού και των παραδόσεων εκατοντάδων ετών, ανθρώπων οι οποίοι πλην της ζωής, είχαν δικαίωμα στην ΠΑΤΡΙΔΑ. Πέντε (5) φορές, ως αρχηγός γκρουπ, συνόδευσα εκδρομείς με λεωφορείο στην Ποντιακή Γή. Και φρόντισα κάθε φορά να εξηγήσω στους ταξιδιώτες την ιστορία των γονέων τους και να τους διευκολύνω με τις γνωριμίες μου να επισκεφθούν τα χωριά των παππούδων τους.    
Εκείνο όμως που δεν μπόρεσα ή δεν θέλησα ποτέ να τους εξηγήσω, ήταν το ψυχικό μου ταρακούνημα, πρώτον γιατί εγώ ήξερα πράγματα που εκείνοι αγνοούσαν και δεύτερον γιατί μέσα σε τόσο λίγες ημέρες όφειλα να ζήσω τόσα πολλά γεγονότα.     Εγώ τον Ποντιακό μου κόσμο, τον βιώνω πραγματικά κάθε φορά που ταξιδεύω μόνος (ή με κάποιο συγγενή ή φίλο) στα Άγια Χώματα του Πόντου και ειδικά του Δυτικού. Τότε βρίσκω και χώρο και χρόνο να συνομιλήσω με τους παππούδες μου και να τους διαβεβαιώσω πόσο πολύ τους αγαπώ και τους σκέπτομαι. Όταν πάω στο Χιντιρελλέζ, ξέρω που βρίσκεται το οικόπεδο του παππού μου και γνωρίζω το δρόμο που ακολουθούσε για να πάει στον κουρέα. Κατηφορικά έφτανε στη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και εκατό μέτρα πιο πέρα, από τη δεξιά πλευρά, έπινε νερό από μία καλαίσθητη βρύση. Δίπλα ακριβώς βρισκότανε το μπαρμπέρικο του συγχωριανού του που ποτέ δεν μου ανέφερε το όνομα του. Κι όταν τον ρωτούσα για το άλλο χωριό του, το Κωσταντίν Ουσαγί και γελούσε και έκλεγε. Γι’ αυτό και απέφευγα να τον τσιμπάω παραπάνω.
Η μάνα μου στο Πεσκελλέρ, έπαιζε με τα τουρκάκια, όταν όμως αγρίευαν τα πράγματα, η βρισιά της ήταν «παλιομουσουλμάνοι». Γιατί ήξερε ότι η ίδια ήτανε Χριστιανή και ότι ο Μουσουλμανισμός «δεν ήτανε καλό πράγμα». Η εκκλησία του χωριού ήταν στη δυτική πλαγιά του χωριού. Εκεί παντρεύτηκαν οι γονείς της, εκεί βαφτίσθηκε και η ίδια. Ο πατέρα της Ηλίας, ήτανε δάσκαλος του γένους γι αυτό και οι τούρκοι φρόντισαν να τον «εξαφανίσουν» από τους πρώτους. (Ποτέ δεν βρέθηκε το πτώμα του).Σήμερα τον χώρο της εκκλησίας τον κατέχει ο θείος του φίλου μου Ahmet Dirican. Ένας καλοκάγαθος άνθρωπος  που τίποτα πια δεν περνάει από το χέρι του. Τι να πω, τι να πω!... Είναι τόσο πολλοί πια οι γνωστοί και φίλοι μου στην περιοχή που στο Κιλκίς χαιρετώ λιγότερους. Πάνω από τριάντα (30) φορές έχω πάει στα χωριά της Μπάφρας και τα έχω γυρίσει σχεδόν όλα ένα-ένα.  - Σήμερα Hayrullah θα πάμε στα χωριά του Nebyan. Θέλω να δω τα μέρη που αναπτύχθηκε το αντάρτικο.
- Έγινε Amca (θείε) Todor.Και σε λίγη ώρα βρισκόμαστε στο Çagsur (Τσαγσούρ). Το άτυχο Τσαγσούρ που το κατακάψανε οι έλληνες αντάρτες.
- Konca, σήμερα θα πάμε στο Selamelik να επισκεφθούμε τον Ναό του Αγίου Γεωργίου.  
- Τι έγινε πάλι εκεί amca;
- Εκεί στις 8.6.1921 οι τούρκοι τσέτες έκαψαν μέσα στην εκκλησία 520 έλληνες Χριστιανούς.
- Ωωωωω!... Έγιναν τέτοια πράγματα amca;
- Και βέβαια έγιναν, η απάντηση μου. Κι ακόμη χειρότερα στις 5.6.1921, οι τούρκοι έκαψαν 570 έλληνες εξόριστους  στο Κιοβτσέσου, μέσα στην εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους.      Κι έτσι η νεαρή μητέρα, όπως και οι δύο θυγατέρες του Saffet, για πρώτη φορά μαθαίνουν ότι ο ελληνισμός περίσσευε στην Μπάφρα και ότι όλα εκείνα τα περικαλλή οικήματα στην πόλη, ήταν Ελληνικές περιουσίες. Βλέπεις το τουρκικό κράτος, δεν είχε καθόλου διάθεση να μάθουν οι υπήκοοι του την αληθινή ιστορία της χώρας.    
Στο Ikiztepe, 15 χιλιόμετρα βορείως της Μπάφρας οι αρχαιολόγοι συνεχίζουν τις ανασκαφές, στα ευρήματα των Χετταίων. Νότια, άλλα 15 χιλιόμετρα, είναι το κάστρο του Ασάρ και οι σκαλιστοί στους βράχους βασιλικοί τάφοι της ελληνιστικής περιόδου. Άχ αυτό το Ασάρ, αυτά τα κάστρα με τις στοές. Επανειλημμένα έγιναν στην ιστορία αιτίες, άλλοτε θανάτου και άλλοτε σωτηρίας, των ελλήνων της περιοχής. Την αλήθεια δύσκολα να την βρούμε γιατί αλλιώς την περιγράφει ο Γιώργος Αντωνιάδης (από δω) και αλλιώς ο Ali Ak (από κει). Αν και η Μπάφρα, είναι μόνο μία από τις 17 επαρχίες του Νομού Σαμψούντος, οι δικοί μας όταν έλεγαν Μπάφρα, εννοούσαν την ευρύτερη περιοχή. Γι’ αυτό και οι Ανταλλάξιμοι πρόσφυγες από την ευρύτερη περιοχή, αντί του συγκεκριμένου τόπου καταγωγής των (Αλάτσαμ, Βεζύρκιοπρου, Χάβζα, Καβάκ, Μέρζιφων, Λαντίκ κλπ) δήλωναν στον Πελοποννήσιο απογραφέα  «Μπάφρα»  και ξεμπέρδευαν. Αυτό διευκόλυνε τόσο τους ίδιους που δεν ήξεραν ελληνικά, όσο και τους απογραφείς υπαλλήλους που δεν κατείχαν τουρκικά.     Την επαρχία Μπάφρας την γύρισα επανειλημμένα. Βορεινά στα παράλια, στο Δέλτα του Άλυ, είναι ο παράδεισος  των πουλιών. Νοτιοανατολικά, κάθε φορά που περνάω από το Καητάλαπα, με καλημερίζει ο δάσκαλος και Γραμματέας του Αρχικαπετάνιου Αντών Πασά, ο Ηλίας Πάνου. Δίπλα από το Τσιρικλάρ, ο πατέρας του συγχωριανού μου Καλλίνικου Παπαδοπούλου με ρωτάει για τον γιό του.
Διαβαίνοντας το Έβρεν Ουσαγί φτάνω στο Σούρμελι. Και τι δεν μου είπε για αυτό το χωριό ο γέροντας (105 ετών) Χαράλαμπος Μήτσογλου, από την Νυμφόπετρα Λαγκαδά. Ειδικά το χωριό αυτό, φαίνεται ότι στα κρίσιμα χρόνια (1919-1923) υπήρξε κέντρο σοβαρών επεισοδίων από τα οποία εμπνεύσθηκε ο συγχωριανός της μάνας μου Alp Kahraman (από το Πεσκελλέρ) και έγραψε το τελευταίο του βιβλίο με τον τίτλο ‟Ελίς„. (Ελισάβετ). Συνεχίζοντας νότια, νάσου και το Κιοσεντίκ. Από κει και πέρα οι κορυφές του Νεμπυάν. Από κει και πέρα το Σιβρί (κορυφή).
- Έϊγκιτι, εκείνο το Σιβρί. Ξαναθυμάται ο γέροντας Γιάννης Κουρουγιαννίδης, από το χωριό μου. Στα χρόνια του Αντάρτικου «πάνω στο βουνό (Σιβρί) ήμασταν χιλιάδες άτομα». Δυτικά, στο δρόμο προς Σινωπή, βγαίνοντας από την Μπάφρα, περνάς τη γέφυρα του Άλυ. Συνεχίζοντας φτάνεις στο Μουαμλί (σήμερα Altinay).
- Αχ Μουαμλί Μουαμλί, αναστενάζω.
- Τι έγινε πάλι Todor, ρωτάει η Αητέν.
- Εδώ φίλη μου, μέσα στο σπίτι του Σάββα Τσιγάλογλου, οι τούρκοι σκότωσαν, ρήμαξαν, έκαψαν στις 15.5.1921, 363 αθώους έλληνες πολίτες. Νεκρική σιωπή. Η τουρκάλα δεν ρωτάει ούτε καν το λόγο. Κάτι ξέρει, αλλά δεν είναι βέβαια αν το δικό της ή το δικό μου είναι ορθό. Και δεν θέλει να ρίξει λάδι στην φωτιά. Πιο κάτω είναι το Αλάτσαμ. Η Λεοντόπολις των Βυζαντινών. Το μεγαλόπρεπο αρχοντικό του καπνέμπορου Περικλή Κουζουτζάκογλου, δεσπόζει της κωμόπολης.    
Λίγο ακόμη  και φτάνεις στο Γιακάκεντ, στο Κιούμενος των Ποντίων. Εκεί ακόμη περιμένει τον θείο του (αδελφό του πατέρα του) ο Hasan Tas, ο οποίος επειδή είναι έλληνας, υπέστη όλη τη χλεύη και κακοπιστία των τούρκων συναδέλφων του, στη κρίση του Κυπριακού (1974). Αν και τα αδέλφια του πατέρα του κατά την Ανταλλαγή ήρθανε στην Ελλάδα (Χιονάτο Καστοριάς) ο δικός του πατέρας έμεινε εκεί και αντί Καραγιαννίδης έγινε Χασάν.Και νάναι το μοναδικό κατάλοιπο του Ελληνισμού; Η περιοχή είναι γεμάτη ξεχασμένους έλληνες. Στις μέρες μας, στο πνεύμα κάποιου ανέμου ελευθερίας, δεν φοβούνται ούτε ντρέπονται να ομολογήσουν ότι είναι Έλληνες.     Η γειτόνισσα του «γαμπρού» μου Cavit Sezer με την κόρη της, το προχώρησαν το πράμα. Βρήκαν τους συγγενείς τους στην Χρυσούπολη Καβάλας και ανταλλάσσουν επισκέψεις. Και γιατί ο Cavit είναι γαμπρός μου; Γιατί η γυναίκα του είναι ελληνίδα (ο παππούς της Γιώργης πέθανε το 1947 στο Νοσοκομείο Σαμψούντος) και τόση είναι η αγάπη, ο σεβασμός και η εκτίμηση της στο πρόσωπο μου που με φωνάζει «θείο». Κι έτσι ο σύζυγος της «ανεψιάς» μου αναγκαστικά έγινε «γαμπρός» μου. Βράζει απο Ρωμιοσύνη η ψυχή της Türkan, συζύγου του Cavit. Η αδελφή της μάνας της, η πρώτη κουβέντα που μου είπε όταν με, πρωτοσυνάντησε στο σπίτι της στο Μαρτάρ ήτανε -«Ήρθες παιδί μου..»!.. Σαν να περίμενε χρόνια αυτή τη στιγμή.      Ο Cavit Emirza από το Kelikler, αναζητά τους συγγενείς του στην Ελλάδα. Και η Hanife από το Kelletepe, ανοιχτά το φωνάζει μπροστά στους τούρκους.
- Αχ παιδί μου, πολλά τραβήξαμε εμείς οι Ρωμιοί από αυτούς τους Τούρκους!.. Οι τούρκοι τσέτες κάψανε το χωριό μας Ντογανγιουβασί (Doğanyuvasi) καταφύγαμε στο διπλανό χωριό Αγιλάρ (Ağillar) και κει εμένα και τον αδελφό μου, μας προστάτεψε και μεγάλωσε η οικογένεια του Φαήκ Εφέντη. Μεγάλωσα, παντρεύτηκα τον Ρωμιό Χασάν και εγκατασταθήκαμε εδώ στο Κελέτεπε. Σήμερα η Χανιφέ είναι Μουσουλμάνα και ο Χασάν, ο άνδρας της, που οι Τούρκοι τον φωνάζουν «ντονμέ» δηλαδή αποστάτη, όταν πήγαμε σπίτι έλειπε στο τζαμί.    
Τι να πείς; Ατελείωτες ιστορίες. Χωριά ολόκληρα γνωρίζουν την Ρωμαίικη καταγωγή τους. Όπως στο Yaġbasan (Γιαγμπασάν) της επαρχίας Τεκιάδος της περήφανης Τεκιάδος, με τις στοές, τους αντιστασιακούς του Τέβκερις και τους αντάρτες του Μανταρλί, του Καράπερτσιν, του Όξε, του Τσιμενλί, των Αντρέαντων και τα θύματα του ολοκαυτώματος στο Γιαζιλάρ. Ο Δήμαρχος φίλος μου Hayati Tekin (με την πιστόλα στην κωλότσεπη, είναι έθιμο όλοι οι τούρκοι αξιωματούχοι να οπλοφορούν) κάνει ότι μπορεί για να αναδείξει ιστορικά-τουριστικά τις εκκλησίες, τα παλιά σπίτια, τους νερόμυλους και ο,τι θυμίζει ρωμιοσύνη. Για την ίδια την Σαμψούντα να μην μιλήσω. Ομορφιά και θάμβος. Ιδιαίτερα από τότε που πήρε τη Δημαρχεία στα χέρια του ο αγαπητός μου Yusuf Ziya Yilmaz (Γιουσούφ Ζιγιά Γιλμάζ).        
Στόλισε την πόλη με αξιοθαύμαστες παραλίες, δρόμους, γεφύρια, τράμ, πράσινο, λουλούδια και πανέμορφα κτίσματα. Γι’ αυτό και ο λαός της Σαμψούντος στις 30.3.2014 τον εξέλεξε για τέταρτη φορά στη συνεχεία Δήμαρχο.            
Ο άνθρωπος αυτός, μηχανικός στο επάγγελμα, δεν είναι μόνο τεχνοκράτης. Είναι σοβαρός, υπεύθυνος, έντιμος, εργατικός και ευαίσθητος άνδρας που αγαπάει τους έλληνες. Όταν θέλω να πειράξω τους Σαμψούντιους κολλητούς μου Recep και Ahmet τους λέω:
- Βρε άθλιοι. Έναν σοβαρό άνθρωπο βγάλατε Δήμαρχο στην Σαμψούντα και κείνος, πρώτον δεν είναι από την Σαμψούντα (είναι από τον Τσαρσαμπά) και δεύτερον δεν είναι Τούρκος. (Στην εθνοτική καταγωγή του είναι Τζερκέζος). Και τα δύο φιλαράκια μου γελάνε, αλλά χωρίς φωνή.            
Στο δρόμο για την Μπάφρα (από Σαμψούντα) είναι το Εγγίζ. Ο φίλος μου Recep που έχει μανία με την ετυμολογία των λέξεων επιμένει. -«Δεν είναι Εγγίζ. Είναι Εγγύς. Η λέξη είναι ελληνική και σημαίνει κοντά, δίπλα. Το πιθανότερο είναι να εννοούσαν χωριό κοντά (εγγύς), στη θάλασσα ή κοντά (εγγύς) στην Σαμψούντα». Ελληνοχώρι, που για να ξεχαστεί η ιστορία του το τουρκικό κράτος μετά την Ανταλλαγή, πρώτα το ονόμασε Μπάλιτσα και κατόπιν 19 Μαΐου.
Λίγο πριν το Εγγίζ είναι το Ταφλάν, στην παραλία του οποίου οι Ρώσοι αποβίβαζαν το 1916-1918 πυρομαχικά για τους αντάρτες του Αρχιστράτηγου Αντών Πασά (Αντώνιος Χατζηελευθερίου) από το Κουρούκοξε (Kurukökçe). Πριν φτάσεις στο Ταφλάν, είναι η έξοδος για το Κουρούκοξε. Το χωριό έχει κάποιο υψόμετρο, από όπου ατενίζεις χαμηλά τον κάμπο και τη θάλασσα. Από το Κουρούκοξε είναι ο πιστός φίλος μου Ahmet Ali Bulut, αν και απώτερη καταγωγή του είναι από τα Μαύρα σήμερα (Fidikoba) της ποντιόφωνης Τσάηκαρα (Çaykara). Όμως τι σύμπτωση!.. και ο έτερος φίλος μου Ismet Yüceloğlu (ανατολικοπόντιος κι αυτός στην καταγωγή) έχει εξοχικό στο Κουρούκοξε όπου και με φιλοξένησε.
Και η έκπληξη: Το εξοχικό είναι χτισμένο στο οικόπεδο του Αρχιστράτηγου ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΧΑΤΖΗΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ (φωτογραφίες της βίλας δημοσίευσα στο ιστορικό ένθετο της εφημερίδος ΈΘΝΟΣ του τεύχους 26 Μαΐου 2011). Αυτό όμως που δεν εγνώριζα και μου το «πέταξε» σφυρίζοντας αδιάφορα έτερος φίλος στο πρόσφατο ταξίδι μου, είναι ότι ο Ismet δεν αγόρασε το οικόπεδο επειδή λάτρεψε το τοπίο, αλλά επειδή ως γνήσιος χρυσοθήρας πίστευε ότι στο οικόπεδο του Μεγαλύτερου Αντάρτη, δεν μπορεί όλο και θα έβρισκε κάποια κιλά…. χρυσές λίρες!...
Στον δρόμο για την ενδοχώρα του Ν. Σαμψούντος προς Άγκυρα πρώτος είναι ο Αντάς. Η ιστορία του είναι μεγάλη, αλλά και θλιβερή. Ομάδα ολόκληρη τούρκων πεζοπόρων, εξολοθρεύτηκε βάρβαρα, από έλληνες αντάρτες. Έχει κι αυτό την ερμηνεία του, αλλά δεν είναι του παρόντος. Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, αριστερά της Αούτομπαν είναι ο μαχαλάς Τοπάλ Ουσαγί, συνοικισμός της κοινότητας Akgöl. Ουσιαστικά πρόκειται για μαχαλά του χωριού Akdogan που σήμερα έμειναν μόνο 2-3 σπίτια.    
Το Topal Usaği είναι το πρώτο χωριό του καπετάνιου μας Λαζάρου Αβραμίδη (Λαζίκ) από το χωρίο Σπουργίτης Ν. Κιλκίς. Όπως μου αφηγήθηκε ο καπετάνιος, περί το 1850 ο παππούς του Αβραάμ  σκότωσε τον Αγά της περιοχής του χωριού του στην Αργυρούπολη (Γκιουμούς Χανέ) γιατί την πρώτη νύχτα του γάμου του ήθελε να κοιμηθεί με τη νύφη-σύζυγο του. Μετά τη δολοφονία, έφυγε με τη σύζυγο του και εγκαταστάθηκε, εδώ στο Τοπαλουσαγί. Λίγα χρόνια αργότερα έφυγε κι από δω, και εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Κάτω Σαραητσίκ του Βεζυρκιοπρού. Εκεί γεννήθηκε κι ο Λαζίκ και στην ευρύτερη περιοχή του Γιούνταγ, έδρασε με την αντάρτικη ομάδα του. Δεν είναι δε τυχαίο ότι ο αδελφός του Αντώνης έφερε το επώνυμο Τοπαλίδης (εκ του Τοπάλ Ουσαγί) ενώ ο ίδιος έφερε το επώνυμο Αβραμίδης (από τον παππού του Αβραάμ) Λαντίκ, Βεζύρκιοπρου, Κάβζα, Καβάκ, Οσμαντσίκ, Γκιουμούς Χατζηκιόϊ, Μέρζιφων, είναι ευρύτερες περιοχές του τουρκόφωνου Δυτικού Πόντου (με ποντιόφωνες νησίδες) όπου η κάθε μία (περιοχή) ανέδειξε άνδρες με ανάστημα που τίμησαν με θάρρος και γενναιότητα τον Ελληνισμό και την Χριστιανοσύνη τους. Φάρος γραμμάτων και πολιτισμού, ήταν το κολλέγιο ΑΝΑΤΟΛΙΑ της Μερζιφούντος και γενέσιοι τόποι των καπεταναίων μας ήταν το Σαραητσίκ (Λαζίκ) Μπάφρα (του Ιππόκ Αγά) Λαντίκ (Ντελή Σωκράτ) Καπούκαγια (Ντελή Τιμός) Αρμουτλού (Κισά Μπατσάκ) Κιουπτσούνταγ (Πίτς Βασίλ)κλπ. Στις 17 Μαρτίου 2014 με πρόσκληση και δαπάνες των Σαμψουντίων φίλων μου, επισκέφθηκα και πάλι τα χωριά μου. Οι φίλοι μου γνωρίζουν την «τρέλα» μου και από την πρώτη ώρα της εκεί αφίξεως μου, πέραν των άλλων, έχουν στην αποκλειστική διάθεση μου ένα Ε.Ι.Χ αυτοκίνητο.
-« Τις ημέρες, επειδή δουλεύουμε, πάρε το αμάξι και πάνε όπου θέλεις, μου λέει ο Αχμέτ. Τα βράδια όμως, συμπληρώνει βιαστικά, θα σε έχουμε φιλοξενούμενο, από μια βραδιά ο κάθε φίλος.» Ο Ρετζέπ μάλιστα επιμένει να νοικιάσω ένα σπίτι.
- «Με τόσα χωριά που θα επισκεφθείς, τους τόσους ανθρώπους που γνωρίζεις, τις τόσες έρευνες που θα κάνεις και τα τόσα πολλά που θα θέλεις να γράψεις, δεν σου φτάνουν ούτε δέκα, ούτε είκοσι ημέρες. Προτείνω να νοικιάσεις ένα σπίτι συμπληρώνει.»
Φυσικά δεν με βρίσκει σύμφωνο η πρόταση του Ρετζέπ, αν και είναι λογική. Η έρευνα μόνο στα αρχεία της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου στις 19 Μαΐου (Σαμψούντος) για την εκεί πιστοποίηση της ύπαρξης της βιβλιοθήκης του Μητροπολίτη Γερμανού Καραβαγγέλη, απαιτεί χρόνο μερικών ημερών. Σύντομη παλαιότερη έρευνα μου παρέσχε ενδείξεις για κάτι σχετικό και ενδελεχέστερη έρευνα ευελπιστώ να μου παράξει θετικά αποτελέσματα. Είναι επίσης και το άλλο. Όσο περισσότερα πρόσωπα θέλω να συναντήσω, τόσος και περισσότερος χρόνος απαιτείται. Θα πάω στην Σαμψούντα και να μη συναντηθώ με την Αρχαιολόγο Emine Yilmaz; Να μη δω τους συγγραφείς Baki Sarisakal, Ali Ak, Akin Üner, Şenol Katkat, Alptekin Ahishalioğlu, Kahraman Alp, Mustafa Usfa και τον σπουδαίο Ismail Tokalak;      Είναι μάταιο, ανώφελο και περιττό να παραμένω καρφωτός στα στερεότυπα της ελληνικής ποντιακής βιβλιογραφίας.
Οφείλω να ακούσω και την άλλη πλευρά. Και από αυτή τη σκοπιά επιδιώκω συνομιλίες με τους τούρκους ιστορικούς και ερευνητές διότι αισθάνομαι πιο ισχυρός από αυτούς για τρείς λόγους. Πρώτον γιατί γνωρίζω πολύ καλά την ελληνική άποψη και δεύτερον γιατί γνωρίζω πολύ καλά την δική τους άποψη (έχω πλουσιότατη τουρκική βιβλιογραφία διότι ομιλώ και γράφω την τουρκική).
Ο τρίτος λόγος που με κάνει να νιώθω ισχυρός στις θέσεις μου, είναι ότι την ιστορική αλήθεια τη γνωρίζω από πρώτο χέρι. Δηλαδή από ζωντανές αφηγήσεις της μάνας μου και του πατέρα μου. Τι να μου πει εμένα ο τούρκος ερευνητής; Ότι δεν έγιναν οι εκτοπισμοί, οι βιασμοί, οι σφαγές, οι εμπρησμοί, οι εξορίες και οι κρεμάλες; Ότι δεν πήγε εξορία η μάνα μου δύο φορές, την πρώτη από την Μπάφρα στο Τσάγγιρι (αρχ. Γαγγραί) και την δεύτερη από την Μπάφρα στη Βυρηττό του Λιβάνου; Και μάλιστα κοριτσάκι 7-8 ετών;    
Η όποια άρνηση ή αμφισβήτηση της παραπάνω αλήθειας είναι για μένα είτε σκόπιμη είτε υποκριτική. Κι αν ο τούρκος ιστορικός (ο οποιοσδήποτε ιστορικός) εμμένει να καλύπτει την αλήθεια με το ψεύδος, καλό είναι να σταματήσει την ιστοριογραφία και να ξεκινήσει την παραμυθολογία. Στο κάτω κάτω και οι παραμυθάδες είναι χρήσιμοι ανέκαθεν. Του Άντερσεν του χτίσανε οι Δανοί και άγαλμα στην Κοπεγχάγη.
Με όπλο τις ιστορικές γνώσεις και την ιστορική αλήθεια, δεν δίστασα να ομιλήσω στην ολομέλεια του Νομαρχιακού Συμβουλίου Σαμψούντος, όπου και αποκάλυψα γυμνή την αλήθεια για τα γεγονότα της κρίσιμης εκείνης περιόδου. Και προς τιμή του ολόκληρο το Νομαρχιακό Συμβούλιο με άκουσε με προσοχή, χωρίς κανένα μέλος του να εκδηλώσει την παραμικρή ένσταση. Είτε γιατί γνώριζε την αλήθεια, είτε γιατί σεβάσθηκε, τον ξένο του. Και στις δύο περιπτώσεις, αξίζουν οι άνθρωποι συγχαρητήρια.
Αλλ’ αυτό το τελευταίο ταξίδι μου στην πατρώα γη έκρυβε και άλλες εκπλήξεις. Γνώρισα στην Μπάφρα τον υπερήλικα Habil Demircan (Χαμπίλ Ντεμιρτζάν) ανεψιό (από αδελφή) του Τζερκέζου Bekmez Zade Habil Bey, ο οποίος τον Σεπτέμβρη του 1921, σε συνεργασία με τον Μπάφραλη φίλο του Αρχικαπετάνιο Ιπποκράτη Δεδέογλου, φυγάδευσε μέσα από την πόλη της Μπάφρας 122 έλληνες στο όρος  Νεμπυάν, γλυτώνοντας τους από βέβαιη σφαγή των Τούρκων. Κυνηγημένος στη συνέχεια και ο ίδιος από το Κεμαλικό καθεστώς, διέφυγε στην Αθήνα, όπου και ασθένησε από φυματίωση. Κληθείς από τον φίλο του Ιπποκράτη ήρθε στο Μακρυχώρι Ν. Καβάλας όπου και απεβίωσε. Οι 122 διασωθέντες Μπαφραίοι τον έθαψαν τιμητικά μέσα στο δικό τους (Χριστιανικό) νεκροταφείο, στο διπλανό χωριό Δύσβατο και πάνω στον τάφο του έβαλαν μία στήλη σύμβολο του Μουσουλμανισμού και μία μαρμάρινη πλάκα πάνω στην οποία  γραπτώς του εκφράζουν την αιώνια ευγνωμοσύνη τους.  Το τραγικό στην ιστορία είναι ότι η αδελφή του σπουδαίου αυτού φιλέλληνα και ανθρωπιστή, Τζεμιλέ, παρά την αντίθεσή του, παντρεύτηκε τον φανατικό τούρκο στρατιωτικό Ταλίπ Τζαβούς (Talip Cavus) ο οποίος πρωτοστάτησε στην εξόντωση όλων των υπερασπιστών και γυναικόπαιδων στο Μοναστήρι της Παναγίας Βλέπουσας  (Παχατζάκ Μοναστήρι) στο Όκταγια, έναντι του Τσαγσούρ. Στις 19 Μαρτίου 2014, μαζί με τον αντικέρ της Μπάφρας Hayrullah Yilmaz και τον φίλο του Gur Hursit ανεβήκαμε στο ύψος του βραχώδους λόφου, όπου και τα ερείπια μιας εκκλησίας με όρθιους ακόμη τους τοίχους. Εκεί στην ισιάδα της εκκλησίας, κάθε 15 Αυγούστου γινόταν φοβερό πανηγύρι. Δεν μπορέσαμε να πάμε πιο ψηλά στην κορυφή του βουνού, όπου και το Μοναστήρι, ελλείψει χρόνου. Εξ άλλου και το μονοπάτι μέχρι την είσοδο του Μοναστηριού είναι πολύ στενό, ανώμαλο, κακοτράχαλο, κουραστικό κι επικίνδυνο. Όμως παρά τις επικίνδυνες συνθήκες, όπως μας διαβεβαίωσε ο ντόπιος Salim Deniz, ο οποίος με το ιδιόρρυθμο τρακτεράκι του μας ανέβασε μέχρι την εκκλησία, αρχαιοκάπηλοι και λαφυραγωγοί της περιοχής, δεν άφησαν πέτρα για πέτρα που να μην την σηκώσουν. Η φήμη των πλούσιων ελλήνων και σήμερα ακόμη συνεγείρει τη φαντασία των λαθροθήρων και γεννά ελπίδες για γρήγορο, εύκολο και ανέξοδο πλουτισμό. Το διπλανό, άλλοτε ελληνοχώρι, Καπάτσουκουρ (Kabacuhur) από τροφοδότη του  Ποντιακού Αντάρτικου, σήμερα είναι ένα τουρκοχώρι σκοτεινιασμένο από την ομίχλη του όρους Nebyan. Από κει είναι οι παππούδες της Πατρινής Ζωίτσας Ντότσικα η καρδιά της οποίας  έμεινε εκεί, μετά την επίσκεψη της το καλοκαίρι του 2012.  
Το παρόν κείμενο, δεν είναι ένα απλό οδοιπορικό. Είναι ένα κείμενο «εξομολόγηση», ένα κείμενο «ομολογίας» στα παιδιά μου και τα εγγόνια μου, για να μην ψάχνουν λόγους και αιτίες των συχνών ταξιδιών του πατέρα και παππού τους στον Πόντο. Γιατί Πόντος δεν είναι μόνο ο Δυτικός. Υπάρχει και ο Ανατολικός που είναι πιο πράσινος, πιο όμορφος, πιο γοητευτικός.
Και να μην το ξεχνάμε. Αν ο Δυτικός πόντος ήταν ο μαχητής, ο Ανατολικός πόντος ήταν το μυαλό. Αν ο Δυτικός πόντος ήταν ο Αντάρτης, ο Ανατολικός ήταν η Διπλωματία. Εκεί ήταν η πνευματική και οικονομική elite του ποντιακού ελληνισμού. Δυστυχώς ο Καραβαγγέλης παρέμεινε ο Αντάρτης της Καστοριάς, τη στιγμή που ο Φιλιππίδης, αλώνιζε στα διπλωματικά σαλόνια του Λονδίνου, των Αθηνών και των Παρισίων.
Κι όμως ο Δυτικός πόντος θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία της Ελλάδος αν πολιτικοί και επιτελείς του Ελληνικού Στρατού αξιοποιούσαν την φοβερή δύναμη του ελληνικού Αντάρτικου. Στην πολυθρύλητη σύσκεψη της Κιουτάχειας (15.7.1921) ο Καραβαγγέλης επίμονα πρότεινε στο Επιτελείο την ταχεία οργάνωση και εκμετάλλευση εκ των όπισθεν του Ποντιακού Αντάρτικου (δηλονότι των 25.000 έτοιμων ενόπλων Μπαφραίων ανταρτών). Αλλά ο αλαζόνας και υπερφίαλος Δούσμανης απέρριψε την πρόταση με τον ισχυρισμό ότι «Δεν χρειάζεται, σε 15 ημέρες ο ελληνικός στρατός θα βρίσκεται στην Άγκυρα». Οι ανοησίες όμως αυτές και τα λάθη, τελικά πληρώθηκαν βαριά. Με την απώλεια της Τραπεζούντος και την ίδρυση της Νέας Τραπεζούντος. Με την απώλεια της Σαμψούντος και την ίδρυση της Νέας Σαμψούντος. Με την απώλεια της Σμύρνης και την ίδρυση της Νέας Σμύρνης...        
Κιλκίς 27 Μαΐου 2014.