Τετάρτη, 03 Φεβρουαρίου 2016 20:56
Οι Πόντιοι της ΘΟΑΝΙΑΣ (TONYA)
Γράφει ο Θεόδωρος Παυλίδης, δικηγόρος, πρόεδρος του συλλόγου Δυτικοποντίων Ν. Κιλκίς “Ο Γερμανός Καραβαγγέλης”
Ένα ρεπορτάζ για τους Ελληνόφωνους (Ποντιόφωνους) των περιοχών της Τσάηκαρα ή της Τόνυας, έχει ασφαλώς το ενδιαφέρον του. Όταν όμως το κείμενο είναι γραμμένο σε περιοδικό παντουρκικής κυκλοφορίας, γραμμένο από Τούρκο δημοσιογράφο, τότε αποκτά και σημασία. Το ρεπορτάζ ξεφεύγει από την ελληνική υποκειμενικότητα και ο αναγνώστης αφήνεται να βγάλει τα συμπεράσματά του από τα όσα ευθέως με μισόλογα ή υπονοούμενα βγαίνουν στο φως της ιστορίας από τα στόματα των ίδιων των πρωταγωνιστών. Αρκεί βέβαια η πένα να γράφει αλήθειες και όχι να τις <<κατασκευάζει>>.
Το παρακάτω ρεπορτάζ είναι παλιό και καταχωρήθηκε στο περιοδικό AKTUEL (Επίκαιρα) την εβδομάδα 28 Οκτωβρίου / 4 Νοεμβρίου 1992. Δεν χάνει όμως καθόλου από την αξία του, γιατί η ουσία του ρεπορτάζ εξακολουθεί και σήμερα να παραμένει επίκαιρη και να ενδιαφέρει τόσο την Τουρκική, όσο και την Ελληνοποντιακή μεριά. Ίσα ίσα που η απόσταση του χρόνου, διευκολύνει τον σημερινό επισκέπτη της περιοχής, να διακρίνει τις ομοιότητες και διαφορές στη συμπεριφορά εκείνων των ανθρώπων με τους σημερινούς.
Και όλοι μας ξέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια, δεν είναι λίγοι οι Έλληνες Πόντιοι που επισκέπτονται τα μέρη εκείνα όπου γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν, γενεές προγόνων τους.
Το ρεπορτάζ είναι της Τουρκάλας δημοσιογράφου Γκιουλτέν Αηντίν (Gulden Aydin) αφορά τους Ποντιόφωνους της περιοχής Θοανίας (Tonya) και ιδιαίτερα του χωριού Σκανταράντων (σήμερα Iskenderli). Παρά τα κάποια ιστορικά λάθη, το ρεπορτάζ κινείται στα πλαίσια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
Ακολουθεί το ρεπορτάζ:
Αιώνες και αιώνες πριν, ένας από τους πιο μεγάλους Έλληνες αρχιτέκτονες, είδε στο όνειρό του την Παναγία. Εκείνη με χάρη του άπλωσε το χέρι. Με φωτοστέφανο στο κεφάλι, χαμογελαστό πρόσωπο και ζεστή φωνή του είπε: <<Ενωρίτερα από αύριο, να σηκωθείς και να πας στις Ποντιακές Άλπεις. Εκεί σε απόκρημνα βράχια όπου θα πηγαίνουν μόνο οι πολύ πιστοί Χριστιανοί, θα χτίσεις στο όνομά μου ένα μοναστήρι.>>
Ο Αρχιτέκτονας μη περιμένωντας την άλλη μέρα, πήρε το δρόμο και μήνες μετά αφού διέσχισε χιλιάδες χιλιόμετρα και πέρασε από ξένες χώρες με διαφορετικό κλίμα, βροχές και ομίχλες, έφτασε στον Εύξεινο Πόντο.
Βρήκε ένα μέρος που έμοιαζε με αυτό που του υπέδειξε η Παναγία. Στη περιοχή υπήρχαν συμπατριώτες του από πολύ παλιά, από την εποχή των ειδωλολατρών. Εκεί ψηλά που έμοιαζε με φωλιά αετού , έχτισε ένα Μοναστήρι <<Το Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά>> (1)
Σήμερα στις Ποντιακές Άλπεις και την περιοχή τους, ζουν μόνο Μουσουλμάνοι. Όμως μη ξεχνάτε, αυτοί ταυτόχρονα είναι εγγόνια Ποντίων, που εκμουσουλμανίστηκαν, όχι αιώνες, αλλά 100 μόλις χρόνια πριν από την ίδρυση του Ελληνοποντιακού κράτους. Αν είναι έτσι, σκύβοντας στο θέμα, ας δούμε τι έχει απομείνει από τις παραδόσεις τους.
Αν διασχίσεις 40 χιλιόμετρα ενδοχώρας στην επαρχία Besikduzu της Τραπεζούντος, φτάνεις κατ’ ευθείαν στην κωμόπολη του Ισκεντερλί (2) (Iskenderli). Καταπράσινο μέσα σε μια κοιλάδα, το Ισκεντερλί αποτελεί μια κλασική Μαυροθαλασσίτικη κωμόπολη. Περιδιαβαίνοντας τον μοναδικό δρόμο που βγάζει στην πλατεία, δεν καταλαβαίνεις τίποτε από αυτά που μιλάνε οι κάτοικοι. Κοιτάζοντας τις γυναίκες που φορούν στη μέση ποδιά και τσεμπέρι στο κεφάλι, θα αισθανθείτε ότι ζείτε σκηνές από φιλμ του Αγγελόπουλου. Στην κωμόπολη, από 7 μέχρι 77 χρονών, όλοι μιλάνε την ποντιακή γλώσσα. Τα τουρκικά αρχίζουν παράλληλα με τη φοίτηση στο δημοτικό σχολείο. Εξ άλλου αν και το επίσημο όνομα του χωριού είναι Ισκέντερλι, εκείνοι το ονομάζουν Σκανταράντων (Skandarandon). Αλλά και τα ονόματα των γύρω χωριών είναι άγνωστα στα αυτιά σας. Μεσόκορφο, Παλιόκαστρο, Ρακαναβο, ... Τα σπίτια από πέτρες τραβούν αμέσως την προσοχή και παραπέμπουν σε ξένη αρχιτεκτονική ιδιαιτερότητα.
Τα επώνυμα αυτών που κατοικούν στο Σκανταράντων, με τον Νόμο περί επωνύμων (3) σβήστηκαν από τα Δημοτολόγια. Παρά ταύτα οι ίδιοι αυτοσηστύνονται ως παιδιά των Πασχάληδων, των Δουλούκων, Μομάντων, Δασκαλάντων κλπ.
Αν και Μουσουλμάνοι, δεν λησμόνησαν τις χριστιανικές γιορτές των Ορθοδόξων. Τις εορταστικές ημέρες και τις άλλες που έρχονται Έλληνες από την Ελλάδα, πιασμένοι χέρι – χέρι στήνουν χορούς και τραγουδάνε Ποντιακές μελωδίες με τη συνοδεία λύρας.
Από Αθήνα και Θεσσαλονίκη έρχονται εδώ καθηγητές, Διευθυντές εθνικής Παιδείας και ερευνητές και μένουν εδώ με τις βδομάδες. Όμως από τη δική μας μεριά, μέχρι σήμερα, δεν ήρθε εδώ στο χωριό ούτε ένας ερευνητής ή κοινωνιολόγος.
Στο Σκανταράντων, το <<ελληνικό>> λεξιλόγιο είναι ταμπού. Η εκφορά της λέξης <<ρουμ>> (Ρωμιός) ερεθίζει τις σχέσεις των ανθρώπων. Ωσάν οι μανάδες και οι πατέρες τους με μια μυστική συμφωνία, να αφάνισαν οριστικά από ανάμεσά τους την χρήση αυτής της λέξης και κάποιων άλλων λέξεων που σηματοδοτούν το παρελθόν. Και παρότι ο τόπος τους είναι γνωστός με το όνομα «Πόντος» αυτοί είναι ενάντιοι σ’αυτήν την αναφορά. Αλλά αν επιχειρήσει κάποιος να μισανοίξει το κάλυμμα (αυτής της στάσης των Σκανταρανταίων) θα διαπιστώσει ότι δεν μπορεί να τους ξεχωρίσει από τα εγγόνια των Ποντίων. Για παράδειγμα, ο Αλί Πασκάν, από το γένος των Πασχάληδων, 64 ετών, καταμετρώντας τα σόγια της κωμόπολης, μας λέει ότι «όπως μας έλεγαν οι παλαιότεροί μας, οι ρίζες αυτών των ανθρώπων, ακουμπάνε στους Ρωμιούς.».
Από το σόι των Χαλούκο, που ζουν σήμερα από το Σκανταράντων, υπάρχουν κάποιοι στην Θεσσαλονίκη οι οποίοι έρχονται εδώ συχνά για επίσκεψη.
Οι κάτοικοι, δεν κρύβουν την ανησυχία τους από το ενδιαφέρον μας για το θέμα. Δεν θέλουν να τους υπενθυμίζουμε την πολιτική δράση των κομμάτων πριν το στρατιωτικό πραξικόπημα (12 Σεπτεμβρίου 1981) όπου κάποιοι έλεγαν ότι «στην πραγματικότητα εμείς είμαστε Ρωμιοί». Αυτά δεν θέλουν να τα σκαλίσουμε.
Ψάχνουμε αδίκως για κάποιον παλιό τάφο, για ερείπια τοίχων, για κάτι παλιό. Και παρότι μας λένε ότι «Δεν αντέχει τίποτε στις δικές μας βροχές» εμείς δεν τους πιστεύουμε, διότι οι καμαρωτές γέφυρες είναι ακόμη ολόρθες.
Ο Καντρί Τόκντεμίρ, από τους προεστούς του χωριού, εκφράζοντας τις αντιρρήσεις του, ρωτάει:
- Ώστε έτσι; Καθόλου δεν πεθάνανε; (Εννοώντας τους ανθρώπους και τα έργα τους.)
Όμως στο να είναι Πόντιος και να μιλάει την ποντιακή γλώσσα, κανείς δεν έχει αντίρρηση. Ο Αλή Πασκάν λέει γελώντας : «Ποια περίοδο έγινε η μεταστροφή και έγιναν αυτοί οι άνθρωποι μουσουλμάνοι, δεν το ξέρω. Οι φιλοξενούμενοι που έρχονται από Ελλάδα, λένε ότι τα ήθη και έθιμά μας είναι απολύτως ίδια. Οι περισσότεροι είναι ηλικιωμένοι. Γνωρίζουν τους Μασχαλάδες και τα σόγια τους.»
Στην κουβέντα μπαίνει ο Δήμαρχος Φαρούκ Αηντίν: «Αυτό είναι αλήθεια. Γνωρίζουν καλύτερα από εμάς το παρελθόν τους. Λένε ότι αποθύμησαν το ζήμιτα (ένα φαγητό με βούτυρο, σκορδάτες πατάτες, και πουρέ ξερών φασολιών, τις τσουκνίδες και τα μαύρα λάχανα).
Στο μεταξύ ο ενενηντάρης ασπρογένης Μεβλούτ Χαφίζ, περιμένει το εζάν (4) της Παρασκευής. Όταν του ζητήσαμε να κοιτάξει απέναντι για να τον βγάλουμε φωτογραφία, μη καταλαβαίνοντας τίποτε, συνέχισε να μας κοιτάζει στο πρόσωπο. Όμως όταν ο διπλανός του Μεχμέτ Γκιούλτεπε του είπε «σε μεν τέρεν» (κοίτα προς εμένα) αμέσως πήρε την πόζα που θέλαμε. Ο τρόπος δεσίματος του κασκόλ στο κεφάλι και το σχέδιο που κατεβαίνει προς τα κάτω, μας δείχνει την ύπαρξη ενός πολιτισμού, ο οποίος έχει μείνει στο παρελθόν.
Του ζητάμε να μας πει τις θέσεις των εκκλησιών. Μας δείχνει με το μπαστούνι του το Τζαμί και το Σχολείο. «Όταν ήμουν παιδί υπήρχαν εκκλησίες, σήμερα δεν έμεινε τίποτε. Στις θέσεις τους αυτά ανεγέρθησαν. Δόξα το Θεό. Όλοι είμαστε Μουσουλμάνοι.»
Αν και στην κωμόπολη τα ονόματα Μωχάμεντ, Μουσταφά, Αμντουλάχ είναι διαδεδομένα, τα παρατσούκλια στην ποντιακή γλώσσα δίνουν και παίρνουν. Η γιαγιά του Δημάρχου Αηντίν Φαρούκ είχε το παρατσούκλι «Βαβάνη» και ο παππούς του, είχε το παρατσούκλι «Πιτάτα».
Ο Λεμάν Οζτούρκ, κατοικεί σήμερα στην Τραπεζούντα, αλλά γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Σκανταράντων. Ο αδελφός του Τουράν Πασάογλου, είναι παντρεμένος με την Σαλονικιά Αφροδίτη. Άνδρας και γυναίκα δουλεύουν σαν Πρέσβεις φιλίας μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας. Κατά την τουριστική περίοδο, διοργανώνουν εκδρομές στην Τραπεζούντα. Φέτος ήρθαν από την Ελλάδα έξι (6) λεωφορεία γεμάτα τουρίστες.
Ο πατέρας της νύφης, είναι ο Αλέκος Ανδρεάδης. Η κοπέλα, τις σημαιούλες της Ελλάδος και της Τουρκίας τις κρέμασε στο σαλόνι του σπιτιού της πλάι πλάι. Ο κύριος Αλέκος, παραπονιέται στους συγγενείς του ζευγαριού, ότι αυτοί δεν υποστηρίζουν την ομάδα Τράπζον Σπορ, όσο ο ίδιος.
Ο Λεμάν Οζτούρκ και ο Τζεμάλ Τόκντεμίρ, μας γυρίζουν στην πόλη σαν ξεναγοί. Η ευγένεια των ανθρώπων, είναι εκπληκτική. Σταματούν μπρος στον καθένα που έρχεται από απέναντι, κάνουν χειραψία και τους ρωτάνε «πως είσθε;». Άνδρες και γυναίκες χωρίς να αποτραβιούνται καθόλου, αγκαλιάζονται και φιλιούνται.
Πρώτα πρώτα επισκεπτόμαστε την 94 χρονη Φατμά Γκιούλταλ που την φωνάζουν «Βιτσόρα». Είναι ιδιοκτήτρια ενός σπιτιού που η αρχιτεκτονική τους τραβάει την προσοχή. Κάτω στον κήπο σπάει κοτσάνια καλαμποκιού. Την κυρία Βιτσόρα πηγαινοφέρνει στον κήπο η κόρη της εγγονής της. Από τη μια μεριά χαιδεύει τη γατούλα που έχει στην αγκαλιά της και από την άλλη, μας κάνει διάφορες ερωτήσεις. Βέβαια εμείς δεν την καταλαβαίνουμε. Νόμισε πως ερχόμαστε από Ελλάδα. Τη συζήτηση διερμηνεύει η 64χρονη νύφη της Αησέ Γκιούλταλ. Μας λέει ότι το σπίτι είναι 150 ετών και δεν έχει στους τοίχους του ούτε μία ρωγμή. Στα παλιά χρόνια, όλα τα σπίτια ήταν έτσι.
Στο μεταξύ έρχεται κοντά μας η γειτόνισσα. Οι γυναίκες έχουν μια ηρεμία που εκπλήσσει. Χωρίς να κάνουν διάκριση φύλου των απέναντι, τους αγκαλιάζουν και τους φιλάνε από 3 φορές.
Για τις ερωτήσεις που τις κάνουμε στην αρχή, δείχνουν μια ανησυχία. Συνεχώς λένε «Δόξα το Θεό, όλες μας είμαστε Τουρκάλες, Μουσουλμάνες» (5). Αλλά όταν σκουραίνουν τα πράγματα, η ταραχή δίνει τη θέση της σε πιο θαρραλέες απαντήσεις. Μισό σοβαρά και μισό αστεία λένε – «Τα ποντιακά δεν τα μάθαμε από τον αέρα!» Και αρχίζει μεταξύ τους μια αντιπαράθεση. Στο τέλος ο Λεμάν Οζτούρκ λέει: - «Γιατί να αρνηθούμε το γένος μας. Είμαστε Ρωμιοί.». Κάποιοι νευριάζουν, κάποιοι γελούν με ικανοποίηση. Και μετά αρχίζουν να μιλούν ποντιακά.
Ο Λεμάν Οζτούρκ, δείχνει να μετάνιωσε γι’αυτά που είπε. «Τώρα είμαστε όλοι Τούρκοι και Μουσουλμάνοι. Δεν πρέπει να τα ξεχωρίζουμε αυτά. Χρόνια τώρα, ως φίλοι ζούμε με τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μας.» Και προσπαθεί έτσι να διορθώσει τα όσα είπε. Οι ακροατές, κουνώντας το κεφάλι επικυρώνουν τα λεγόμενα.
Ύστερα από διακοπή ζητάμε να αλλάξει το θέμα. «Πώς πάει η παράδοση με τον ξυλοδαρμό;» ρωτάμε. Η Χαμιέτ Γιλντιρίμ από τον συνοικισμό Ρακάνοβο λέει: «Τώρα είμαι χήρα, αλλά όταν ζούσε ο άνδρας μου, δεν σήκωνε ποτέ χέρι πάνω μου». Η Αησέ Γκιουλτάλ λέει: «Η γυναίκα του τόπου μας, δίνει την ίδια απάντηση, όταν ο άνδρας της την δέρνει.» Ανάμεσα σε χαχανητά, ακούγεται μια φωνή «Δηλαδή όπως στα ματς του μποξ.» Συνεχίζοντας η Αησέ Γκιουλτάλ λέει ότι οι γυναίκες για υποθέσεις γάμου, εγγραφής σε σωματεία ή ταξιδιών, δεν παίρνουν ποτέ άδεια από τους συζύγους τους. Ειδικά στο γάμο, ‘αντικρύζονται’ άνδρας με γυναίκα. Ο καθένας γλεντάει με τον τρόπο που επιθυμεί και το ζευγάρι δεν επιτίθεται ο ένας στον άλλον. (6)
Η κυρία Βιτσόρα θέλει να μας ξεναγήσει μέσα στο σπίτι της. Μπαίνουμε. Αυτό που χτυπάει στα μάτια μας, είναι το παράθυρο στο ταβάνι. – «Είναι ο φεγγίτης. Το σημείο από όπου ρίχνουν την σακούλα το Καλαντάρ» λέει η Γκιούλταλ. Καλατνάρ είναι η Πρωτοχρονιά, κατά το παλιό ημερολόγιο για τους Ορθοδόξους και τους κατοίκους του χωριού Σκανταράντων. Κάθε χρόνο στις 13 Γενάρη, ανεβαίνοντας στη σκεπή ρίχνουν οι έχοντες από τον φεγγίτη στο σπίτι μια σακούλα, δεμένη με σχοινί, γεμάτη δώρα. Βραστό καλαμπόκι, πατάτες, φρούτα, τουρσί. Κάποιες φορές σπάζοντας πλάκα, από τη σακούλα έβγαινε και μια γάτα (7). Σύμφωνα με τα πιστεύω τους, το πρωί της επόμενης ημέρας (δηλ. την Πρωτοχρονιά) όποιος έμπαινε πρώτος στο σπίτι φορτονώταν μεγάλη ευθύνη. Διότι μέχρι την επόμενη Πρωτοχρονιά, ότι ερχόταν στο κεφάλι αυτής της οικογένειας, τύχη και ατυχία, υπεύθυνο εθεωρείτο εκείνο το άτομο. Για να γίνει πλούσια η σοδειά όλης της χρονιάς, ράντιζαν το σπίτι με νερό. (8)
Οι Ποντιακές παραδόσεις κρατούν εδώ και αιώνες τώρα συνεχώς, με εξαίρεση μιας τετραετίας στο διάστημα του πραξικοπήματος της 12ης Σεπτεμβρίου.
Ο Δήμαρχος Φαρούκ Αηντίν λέει : «Έβγαλαν μια γραπτή εντολή και απαγόρευσαν την χρήση ων πυροβολισμών στις γιορτές. Όμως από όσα ξέρουμε, ουδέποτε συναντίσαμε στις γιορτές μας κάποιο αρνητικό γεγονός. Το 1984 με νέα διαταγή, αφέθηκαν ελεύθεροι οι εορτασμοί των μπαϋραμιών.»
Σχετικά με τα μπαυράμια (μεγάλες γιορτές) όλα όσα μας εξήγησαν οι κάτοικοι του Σκανταράντων, δεν διέφεραν από τις πληροφορίες που μας έδωσε από το Οικομενικό Πατριαρχείο Κων/πολεως, η κυρία Μαριάνθη Βασιάδου.
Κάθε χρόνο, την Τρίτη εβδομάδα του Αυγούστου, ανάβουν μεγάλες φωτιές στην πλατεία του Σκανταράντων και γλεντούν τον αποχαιρετισμό του καλοκαιριού. Το ΄διο διάστημα, στα χωριά Σαηράτς, Μανγκάνοβο, Μπάνκαλι, Βάρη, με την συμμετοχή και των γύρω χωριών της περιοχής, παιδιά, γυναίκες, νέοι, γέροι, στήνουν χορούς και γλεντάνε μέχρι το πρωί, πίνοντας ποτά. (9) Η Μαριάνθη Βασιάδου λέει ότι τις δύο αυτές ημέρες της τρίτης εβδομάδος του Αυγούστου, τις αποκαλούμε ¨Ιζμίχ¨. Τις δεχόμαστε έως ημέρες Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Πηγαίνουμε στο χωριό Τουγραλί που είναι δίπλα στο Σκανταράντων. Όταν ρωτήσαμε που ήταν η θέση της εκκλησίας, ένας ηλικιωμένος μας έδειξε το μέρος του νέου νεκροταφείου και μας είπε ότι άκουσε πως ήταν προς τα εδώ.
Στη συνέχεια πηγαίνουμε στο Μεντρεσέ που χτίστηκε πάνω από 100 χρόνια. Ο Κοινοτάρχης Μουσταφά Γκιουναηντίν, 69 ετών, δείχνοντας το Μεντρεσε λέει: «Εδώ ήταν για χρόνια το κέντρο του εκμουσουλμανισμού. Ωφεληθήκαμε πολύ από τους κύκλους μαθημάτων του Κορανιού που διδασκόμασταν εδώ τα καλοκαίρια». (10)
Παρότι πάνω από 100 χρόνια δόθηκε στους κατοίκους θρησκευτική παιδεία, ο Φαρούκ Αηντίν λέγει ότι το θρησκευτικό κόμμα Ρεφάχ (Ευημερία) στις περασμένες πρόωρες δημοτικές εκλογές, δεν πήρε ψήφους.
Ήλθε η ώρα του χωρισμού. Στο Σκανταράντων, συναντιόμαστε με την Αφιτά και τον Μουσταφά Μπαχαντίρ, στον κήπο του παλαιού πέτρινου σπιτιού.
- Από ποιο σόϊ είστε εσείς, τους ρωτάμε. Η γυναίκα με μεγάλη υπερηφάνεια, μας απαντά «από τους Μομεντλήδες». Ο άνδρας της αμέσως αντιδρά «Κι εγώ από τους Πασχάληδες είμαι».
Κάτω σε ένα μεγάλο μπαξέ ανάβουν μια φωτιά. Με την συνοδεία κεμεντζέ αρχίζουν το χορό. (11) Τραγουδούν ποντιακά με ενθουσιασμό. Από απέναντι έρχεται γελώντας η γιαγιά (65 ετών) Τζαμάλ Αζμί Γκιούλτεπε, η οποία ακούει βαριά.
- «Τη φωνή του Εζάν (κάλεσμα μουεζίνη για προσευχή) δεν την ακούω καθόλου, αλλά τον ήχο του κεμεντζέ τον ακούω αμέσως». Σα να τη χτύπησε ρεύμα στη στιγμή μπαίνει στο χορό.
Αποχαιρετώντας τους κατοίκους των Σκανταράντων, παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής.
ΣΧΟΛΙΑ – ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ:
1. Η δημοσιογράφος κινείται στη σφαίρα του μύθου, διότι όπως είναι γνωστό το 386 μ.Χ. οι μοναχοί Σοφρώνιος και Βαρνάβας, μετέφεραν από τη Θήβα την εικόνα της Παναγίας που ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, στο όρος Μελά του Πόντου, όπου και ίδρυσαν το περίφημο Μοναστήρι.
2. Ισκεντέρ στον Αραβικό κόσμο ονομάζεται ο Αλέξανδρος και ετυμολογικά οι πόλεις που φέρουν το όνομά του, ρίζα τους έχουν τη λέξη αυτή (Ισκεντερούν, Ισκεντερίγια, Ισκεντερλί, Ισκαντάρ κλπ). Οι Έλληνες Πόντιοι, κατά τη γνωστή συνήθειά τους, ονόμασαν την κωμόπολή τους Σκανταράντων. Σήμερα η κωμόπολη λέγεται Ισκεντερλί.
3. Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν υπήρχαν ονόματα αλλά προσωνύμια (παρατσούκλια). Το 1934 ο Κεμάλ, δια Νόμου επέβαλε την καθιέρωση του επωνύμου και έτσι ο κάθε Τούρκος πολίτης, επέλεξε το επώνυμο της αρεσκείας του.
4. Εζάν: κάλεσμα από τον μιναρέ του μουεζίνη για προσευχή. Οι Χριστιανοί χρησιμοποιούν τη καμπάνα κι οι Μουσουλμάνοι το εζάν και μάλιστα 5 φορές τη μέρα.
5. Παρατηρεί κανείς ότι οι κάτοικοι του Ισκεντερλί, έχουν αίσθηση της διαφορετικότητάς τους από τους Τούρκους Μουσουλμάνους.Όμως δεν παύουν για ευνόητους λόγους να ‘υπενθυμίζουν’ ότι «δόξα τω Θεώ, είναι Τούρκοι Μουσουλμάνοι».
6. Η περιγραφή γίνεται για να καταδείξει την ακηδεμόνευτη, ελεύθερη, ισότιμη και ανεξάρτητη συμπεριφορά των ποντιόφωνων γυναικών της Τόνυας απέναντι στους συζύγους τους, σε αντίθεση με τη δουλική συμπεριφορά των Τουρκισών, οι οποίες κατά παράδοση ανέχονται την ενδοοικογενειακή βία.
7. Βλέπουμε ότι κατά την παράδοση των Θοανιτών, οι πλούσιοι ανέβαιναν στη στέγη και από τον φεγγίτη έριχναν στο δωμάτιο την σακούλα με τα δώρα για τους φτωχούς. Με αυτό τον τρόπο τηρούνταν η ανωνυμία και ο φτωχός δεν γνώριζε ποιος ήταν ο δωρητής του. Αντιθέτως, στην περιοχή του Δυτικού Πόντου (Σαμψούντα – Μπάφρα), οι φτωχοί έριχναν από τη σκεπή τη σακούλα στα σπίτια των πλουσίων και εκείνοι έβαζαν στην σακούλα το δώρο που ήθελαν. Πάντως, και στις δύο περιπτώσεις, ετηρήτο η ανωνυμία του φτωχού για διαφύλαξη της αξιοπρέπειας του.
8. Πρόκειται για το έθιμο του ποδαρικού που συνεχίζει να τηρείται και σήμερα.
9. Ακόμη μία ένδειξη ελληνικής καταγωγής, διότι στους Μουσουλμάνους απαγορεύονται τα ποτά.
10. Άλλη μία ομολογία εξισλαμισμού, δεδομένου ότι γέροι άνθρωποι, αν δεν προέρχονταν από άλλη θρησκεία, δεν θα είχαν ανάγκη μαθημάτων Κορανίου.
11.Την Ποντιακή ιδιαιτερότητά τους (κεμεντζέδες, χοροί, γλώσσα) οι κάτοικοι του Ισκεντερλί την εκδηλώνουν τόσο με τα ονόματα των σογιών από τα οποία προέρχονται, όσο και με την άρνησή τους να στηρίξουν Μουσουλμανικό θρησκευτικό κόμμα. Εξάλλου, καθαρά το διακηρύσσει η βαρύκοη γιαγιά Cemal Azmi Gultepe: «την φωνή του Εζάν δεν την ακούω καθόλου, αλλά τον ήχο του κεμεντζέ, τον ακούω αμέσως!»